Κάθε φορά που συγκρίνουμε την Ελλάδα με τα προηγμένα κράτη του δυτικού κόσμου, αυτοοικτιρόμαστε για την τουρκοκρατία, που μας απομάκρυνε από κάθε πρωτοπορία. Ενόσω η δυτική Ευρώπη διερχόταν σημαντικές αλλαγές (Αναγέννηση, Μεταρρύθμιση, Διαφωτισμός), οι ελληνικοί πληθυσμοί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επιβίωναν ως υπόδουλοι, συμμετέχοντας ελάχιστα στη νομή της εξουσίας και υφίσταντο τους θεσμούς ενός αχανούς μεσαιωνικού, αγροτικού κράτους, που είχε ως προτεραιότητα την είσπραξη των φόρων. Με ένα επίσημο συμβόλαιο που υπέγραψαν ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής και ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος, η Εκκλησία καθίστατο υπεύθυνη για την καταβολή των φόρων και την τήρηση υποταγής από τους χριστιανούς (όχι μόνο τους Έλληνες), ενώ ο Σουλτάνος εγγυόταν την ασφάλειά τους και παρέδιδε στην Εκκλησία μια σειρά από πνευματικές εξουσίες επ’ αυτών.
Μία από αυτές τις εξουσίες ήταν η εκπαίδευση των χριστιανών, που δεν ήταν μεν κρυφή – όπως θρυλείτο έως πρόσφατα – αλλά δεν ήταν και οργανωμένη όπως στη Δύση. Στις περισσότερες περιοχές τα παιδιά μάθαιναν γραφή, ανάγνωση και πρακτική αριθμητική από τον παπά της ενορίας, ενώ οι «καλοί μαθητές» συνέχιζαν σε εκκλησιαστικές σχολές ή – αν είχαν χρήματα – έφευγαν στη Δύση για να σπουδάσουν γιατροί, δικηγόροι, αρχιτέκτονες στη Βενετία, το Λιβόρνο, το Παρίσι ή αλλού.
Από τα τέλη του 17ου αιώνα, οι Έλληνες έμποροι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άρχισαν να χρησιμοποιούν τον πλούτο και τα δίκτυα γνωριμιών τους όχι μόνο για να επεκτείνουν τα πλούτη και την ισχύ τους, αλλά και για να συμβάλουν στην εκπαίδευση των συμπολιτών τους. Αυτές οι σχολές προσέλκυσαν ως δασκάλους φωτισμένα μυαλά της ελληνικής ομογένειας από την Ιταλία, τη Γαλλία και τα γερμανικά κράτη, αλλά και σπουδαγμένους Έλληνες των υπόδουλων περιοχών. Οι περισσότερες από αυτές τις σχολές φτιάχτηκαν στην Ήπειρο, καθώς οι Ηπειρώτες έμποροι συγκέντρωναν μεγάλο πλούτο χάρη στο εμπόριο με τη Δύση. Στο σημερινό μας κείμενο θα ασχοληθούμε με το Μεθόδιο Ανθρακίτη, η ζωή και το έργο του οποίου είναι χαρακτηριστικά για τις κακοδαιμονίες που πέρασαν οι Έλληνες για να διαμορφώσουν το σύχρονο χαρακτήρα τους.
Γεννημένος γύρω στα 1660 στο χωριό Καμινιά στα Ανατολικά Ζαγόρια Ιωαννίνων, σπούδασε στη σχολή που είχε ιδρύσει ο έμπορος Γκιόνμας στα Ιωάννινα, μιας από τις πρώτες σχολές στα Βαλκάνια που διοικείτο από λαϊκούς, κοντά στο σχολάρχη Γεώργιο Σουγδουρή. Με προτροπή του δασκάλου του συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία: το 1697, έχοντας ήδη γίνει ιερομόναχος, βρίσκεται στη Βενετία για να σπουδάσει θεολογία, αλλά τελικά παρακολουθεί μαθήματα φιλοσοφίας και μαθηματικών. Ενώ λειτουργεί στον Αγ. Γεώργιο των Ελλήνων, συνεργάζεται με τον εκδοτικό οίκο των Γλυκήδων κι έρχεται σε επαφή με τα ρεύματα της δυτικής σκέψης. Εκεί εκδίδονται τα δύο πρώτα έργα του, φιλοσοφικά, με χαρακτηριστικούς τίτλους «Επίσκεψις πνευματική» και «Βοσκός λογικών προβάτων».
Το 1708 επιστρέφει στη γενέτειρα του, λόγιος πια κι αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Σπουδαστηρίου της Καστοριάς, που είχε δημιουργηθεί κι αυτό από δωρεές εμπόρων. Σύντομα, η σχολή γίνεται πόλος έλξης μαθητών από όλα τα Βαλκάνια, από το Άγιον Όρος, τα Ιωάννινα, ακόμα και από Βουκουρέστι. Κι αυτό γιατί για πρώτη φορά διδάσκεται φιλοσοφία αποδεσμευμένη από την επίσημη θεολογία. Η διδασκαλία βασιζόταν κυρίως στη λογική του Καρτέσιου και του Malebranche, ενώ τα μαθήματα γίνονται για πρώτη φορά στη δημοτική γλώσσα και όχι στην αρχαϊζουσα, που χρησιμοποιούσαν ως τότε τα εκκλησιαστικά σχολεία.
Παρότι ο Ανθρακίτης δεν ανακάλυψε την Αμερική με το φιλοσοφικό στοχασμό του, ήταν πρωτοφανές ότι επέλεξε να εκφραστεί δημόσια και να διδάσκει όχι ό,τι ήταν καθιερωμένο ως πολιτικά και ιδεολογικά ορθό, αλλά ό,τι με βάση τη μελέτη και την κρίση του ήταν φιλοσοφικά ορθό. Επίσης, δίδασκε στους μαθητές του διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα, συχνά αντικρουόμενα, για να αποκτήσουν κριτική σκέψη.
Η ρηξικέλευθη συμβολή του, όμως, στην εκπαίδευση των Ελλήνων ήταν στα μαθηματικά. Ως τότε, μαθηματικά σήμαιναν απλή αριθμητική, χρήσιμη μόνο για μπακάληδες. Ο Ανθρακίτης συντάσσει τρεις ογκώδεις χειρόγραφους τόμους με τίτλο «Οδός Μαθηματικής», δια των οποίων διδάσκει τους μαθητές του αρχικά ιστορία των μαθηματικών κι έπειτα τα Στοιχεία του Ευκλείδη με εκτεταμένη ανάλυση. Χάρη σ΄αυτόν, τα Βαλκάνια εισάγονται ξανά μετά από αιώνες στη μαθηματική επιστήμη.
Η αντίδραση, όμως, δεν άργησε να έλθει. Ένας ιερέας μαθητής του, με τον οποίο είχε διαφωνία, καταγγέλλει τον Ανθρακίτη ως αιρετικό, χρησιμοποιώντας σημειώσεις από τα μαθήματά του ως απόδειξη. Κατηγορείται ως οπαδός του Ιησουίτη μοναχού Miguel de Molinos, τον οποίο Ορθόδοξη και Καθολική Εκκλησία θεωρούσαν αιρετικό. Το πιθανότερο είναι ότι ο κατήγορος απέδωσε χωρία του Malebranche στον Miguel de Molinos. Η Ιερά Σύνοδος τον καλεί σε ακρόαση στην Κωνσταντινούπολη το 1719. Ο Μεθόδιος φεύγει από την Καστοριά και πηγαίνει στη Σιάτιστα για 2 έτη, όπου και διδάσκει. Επιστρέφοντας στα Ιωάννινα, προβαίνει σε ομολογία πίστεως ενώπιον του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος και αναλαμβάνει τη Σχολή Γκιόνμα. Οι έμποροι και προεστοί των Ιωαννίνων στέλνουν επιστολή στην Ιερά Σύνοδο, υπέρ του, λέγοντας ότι ο Μεθόδιος είναι πιστός χριστιανός και καλός δάσκαλος κι ότι έχει πέσει θύμα συκοφαντίας. Παρόλαυτά, αναγκάζεται να παρουσιαστεί ενώπιον της Ιεράς Συνόδου το 1723.
Ο Ανθρακίτης νόμιζε ότι η Ορθόδοξη Σύνοδος θα τον έκρινε για τις θεολογικές του απόψεις, αλλά έκανε λάθος· ενοχλούσε το σύνολο του έργου του. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε ένας εκκλησιαστικός πατέρας, ο Μακάριος ο Πάτμιος «…ο κύρ Μεθόδιος τρίγωνα και τετράγωνα διδάσκει τους μαθητάς του και την άλλην πολυάσχολον ματαιοπονίαν της Μαθηματικής». Παρά τις εξηγήσεις, η Σύνοδος του πατριάρχη Ιερεμία Γ΄ τον καταδίκασε, αποσχηματίστηκε από κληρικός, τα τετράδια των παραδόσεών του με γνωμικά των φιλοσόφων και την ευκλείδια γεωμετρία κάηκαν μπροστά του, ενώ ο τρομοκρατημένος δάσκαλος υποχρεώθηκε να εκφωνήσει ομολογία πίστεως μπροστά στην πυρά. Με την ίδια συνοδική απόφαση του απαγορεύτηκε να διδάσκει, ενώ τα βιβλία του απαγορεύτηκαν και διατάχθηκε η καύση τους όπου κι αν βρίσκονταν. Ο ίδιος γράφει με παράπονο: «Γενομένης συνόδου παρεστάθηκα έμπροσθέν τους. Πόσοι ήσαν δεν δύναμαι να μετρήσω. Μου παρουσίασαν τα τετράδια διδασκαλίας μου με γνώμες από αρχαίους φιλοσόφους και την Γεωμετρίαν του Ευκλείδου. [...] Μου ζήτησαν να ομολογήσω, ότι παρεκινήθην από σατανικήν συνεργίαν, εθελοκακίαν και φρενοβλάβειαν και να τα αναθεματίσω ως δυσσεβή και γέμοντα πάσης βλασφημίας και ότι ουδέποτε πλέον θα διδάξω, ειδάλλως θα είμαι υπόδικος τω αιωνίω αναθέματι.»
Δύο χρόνια αργότερα, το 1725, ισχυροί υποστηρικτές του, Ηπειρώτες και Μακεδόνες προεστοί και έμποροι, χρησιμοποίησαν την ανάγκη της ορθόδοξης Εκκλησίας για ρευστό και εξαγόρασαν τον αφορισμό του Ανθρακίτη. Ο Ανθρακίτης όμως έπρεπε προηγουμένως να ενφανισθεί γυμνός στην αυλή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και να αποκηρύξει τις ιδέες του μπροστά στους αξιωματούχους της Εκκλησίας. Μετά την άρση του αφορισμού του και έως το θάνατό του γύρω στα 1736 ο Ανθρακίτης δίδασκε στην Επιφάνειο Σχολή στα Ιωάννινα, χωρίς άλλα προβλήματα.
Το έργο του, όμως, είχε ήδη αρχίσει να φέρνει καρπούς. Ένας από τους μαθητές του, ο μοναχός Παχώμιος, σταδιοδρόμησε στη Θεσσαλονίκη, προτού εκκλησιαστικοί παράγοντες τον αναγκάσουν να αυτοεξοριστεί στο Άγιο Όρος και να χαθούν τα ίχνη του. Ένας άλλος μαθητλης του, ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος, εκδίδει την τρίτομη «Οδό Μαθηματικής», η οποία έγινε ανάρπαστη στις σχολές των Βαλκανίων. Μαθητής του Ανθρακίτη ήταν και ο Κερκυραίος Ευγένιος Βούλγαρης, ο οποίος μετέφρασε στα ελληνικά την πραγματεία περί ανεξιθρησκίας του Βολταίρου. Δίδαξε στα Ιωάννινα, απ’ όπου διώχθηκε, έπειτα στην Αθωνιάδα Σχολή στο Άγιο Όρος, απ’ όπου επίσης διώχθηκε, κατέφυγε χάρη στις γνωριμίες του στην Ακαδημίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά τελικά κι από εκεί διώχθηκε. Κατέληξε ιεράρχης στη Ρωσία, όπου μεταστράφηκε σε λίαν συντηρητικό κληρικό.
Γιατί ένας δάσκαλος σαν τον Ανθρακίτη διώχθηκε τόσο σκληρά από την Εκκλησια; Οι αιτίες είναι πολλές. Με βάση το συμβόλαιο Σουλτάνου – Πατριάρχη, η Εκκλησία είχε εξουσία επί των χριστιανών, την οποία εξασκούσε θέτοντας κανόνες, μεταξύ άλλων, και για τον τρόπο και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης. Όποιος παρέκκλινε από τον κανόνα αυτόν, έμπαινε αυτομάτως στο στόχαστρο, καθώς αμφισβητούσε έμπρακτα την ιδεολογική ηγεμονία της Εκκλησίας στους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Συνεπώς, οι πρωτοποριακές μέθοδοι του Ανθρακίτη (αργότερα και των μαθητών του) ξένισαν και έστρεψαν τον ανώτατο κλήρο εναντίον του. Όσον αφορά δε στη μαθηματική επιστήμη, είναι πολύ πιθανόν να ενόχλησε τους κληρικούς (ιδίως τους απλούς ιερείς), καθώς η συντριπτική πλειοψηφία δεν είχε μαθηματική παιδεία, δεν μπορούσε να καταλάβει τα μαθήματα αυτά και φοβόταν τη σύγκριση με καταρτισμένους δασκάλους, όπως ο Ανθρακίτης, παρότι ήταν κι ο ίδιος ιερέας.
Ακόμη περισσότερο, όμως, ο Ανθρακίτης ενόχλησε με την κριτική που άσκησε στην Εκκλησία για τις καθημερινές πρακτικές της. Στο βιβλίο που εξέδωσε ανώνυμα στην Ιταλία με τίτλο «Θεωρίαι Χριστιανικαί και ψυχοφελείς νουθεσίαι» δεν διστάζει να ασκήσει κριτική στον κλήρο για την κατάχρηση του μέτρου του αφορισμού, για την εξαγορά εκκλησιαστικών αξιωμάτων, για την αμάθεια και την αδιαφορία του κλήρου για τα καθήκοντά του. Το γεγονός δε ότι απαγορεύθηκαν και τα μαθηματικά του βιβλία έχει σχέση με το ότι τότε οι «πρακτικές επιστήμες» δεν διαχωρίζονταν από τη φιλοσοφία, συνεπώς όλα τα γραπτά του θεωρήθηκαν επικίνδυνα, κατάλληλα για κάψιμο.
Τι μας μένει από τη ζωή του Μεθόδιου Ανθρακίτη; Ήταν σίγουρα ένας φωτισμένος επιστήμων των μαθηματικών. Ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα, που μελέτησε πολλά φιλοσοφικά ρεύματα, παρόλο που δεν παρήγαγε κάποια ρηξικέλευθη φιλοσοφική θεωρία. Το πιο σημαντικό, όμως, ήταν ότι ήταν πρωτοπόρος δάσκαλος, μιλώντας στους μαθητές του – στην πλειοψηφία τους Έλληνες μεσαίου και μικρού εισοδήματος – σε απλή καθημερινή, κατανοητή γλώσσα, θέτοντας τις παραδοσιακές παραδοχές σε αμφισβήτηση και μαθαίνοντάς τους να βρίσκουν την αλήθεια με κριτική σκέψη. Αυτά τα προσόντα ασφαλώς δεν τον έκαναν δημοφιλή στην Εκκλησία. Η στάση του όμως κατά τη δίωξή του και η απήχησή του στον κόσμο, του χάρισαν επάξια τον τίτλο του προδρόμου του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Χάρη σ’ αυτόν και σε ορισμένους μαθητές του, ο Ελληνικός Διαφωτισμός θεριεύει λίγο αργότερα, στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, ενόσω οι Έλληνες οδεύουν προς την Επανάσταση και την ελευθερία. Διακόσια χρόνια αργότερα, το χωριό Καμινιά μετονομάζεται σε Ανθρακίτης. Ελάχιστος φόρος τιμής· κάτι είναι κι αυτό.
Για τη ζωή και το έργο του Μεθόδιου Ανθρακίτη ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- Π. Χρήστου – Μεθόδιος Ανθρακίτης (Ηπειρώτικα Χρονικά – Ιωάννινα), 1953
- Άλκης Αγγέλου – Η δίκη του Μεθόδιου Ανθρακίτη 1956.
- Πέτρος Πιζάνιας – Η ιστορία των Νέων Ελλήνων (Εστία) 2021
- Πασχάλης Κιτρομηλίδης – Νεοελληνικός Διαφωτισμός (ΜΙΕΤ) 2009.
Εικόνα: Προτομή του Μεθόδιου Ανθρακίτη στη γενέτειρά του.
Γιάννης Δρίτσουλας
Add new comment