Ο κόσμος μας, όμορφος συνάμα και πολύπλοκος, επιφυλάσσει για τον καθένα από μας δεκάδες σταυροδρόμια. Έχοντας να πάρουμε κρίσιμες αποφάσεις, που συχνά καθορίζουν τη ζωή μας, πόσοι δεν ευχηθήκαμε να έχουμε τη δυνατότητα να διακρίνουμε το σωστό από το λάθος; Πόσες φορές δεν ζητήσαμε να έχουμε το θάρρος να πράξουμε το σωστό όσο κι αν αυτό μας κοστίζει; Με άλλα λόγια, πόσες φορές δεν ονειρευτήκαμε να έχουμε σοφία; Τι κάνει, όμως, έναν άνθρωπο πραγματικά σοφό; Οι γνώσεις του; Ο χαρακτήρας του; Η εμπειρία του; Αντί να κοιτάξουμε αλλού, θα φωτίσουμε τη ζωή ενός χαρισματικού ανθρώπου, του Βίαντα και οι απαντήσεις θα έρθουν μόνες τους.
Ο Βίας γεννήθηκε στην πόλη Πριήνη στα παράλια της Ιωνίας, γύρω στα 625π.Χ. Ο πατέρας του ονομαζόταν Τεύταμος και η οικογένειά του ήταν μάλλον ευκατάστατη. Αν και για τη ζωή του Βίαντα γνωρίζουμε λίγα πράγματα, ξέρουμε ότι ήταν ήδη ώριμος ρήτορας περί το 570 π.Χ. όταν στη γειτονική Λυδία βασιλιάς ήταν ο Αλυάττης, πατέρας του γνωστού Κροίσου.
Εμφορούμενος από μεγάλη ρητορική δεινότητα και παροιμιώδες πνεύμα δικαιοσύνης, ο Βίας έγινε διάσημος εντός και εκτός των ορίων της πόλης του, υπερασπιζόμενος δωρεάν στα δικαστήρια κάθε συμπολίτη του που αδικείτο. Ήταν τέτοια η ρητορική του τέχνη στα δικαστήρια, ώστε έμεινε ως έκφραση ένας στίχος του λυρικού ποιητή Ιππώνακτα: «υπεράσπιση καλύτερη από του Βίαντα».
Στην εποχή του Βίαντα (7ος – 6ος αιώνας π.Χ.), οι ελληνικές πόλεις – κράτη της Ιωνίας είχαν ως επί το πλείστον είτε αριστοκρατικό πολίτευμα είτε τυραννίδα. Στην πρώτη περίπτωση, την πόλη κυβερνούσε ένα ασταθές συμβούλιο ευγενών, ενώ στη δεύτερη ένας τύραννος, που λειτουργούσε λιγότερο ή περισσότερο απολυταρχικά. Εκπρόσωποι των ιωνικών πόλεων συναντιούνταν τακτικά στο ιερό Πανιώνιον, ανανεώνοντας τους φυλετικούς και θρησκευτικούς δεσμούς τους και οικοδομώντας μια χαλαρή πολιτική συμμαχία.
Λέγεται ότι στην Πριήνη κυβέρνησε για κάποιο χρονικό διάστημα ο Βίας, αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένες μαρτυρίες. Το πιθανότερο είναι ότι ανέλαβε για κάποιο διάστημα άρχοντας στην πόλη, ως μέλος της τοπικής αριστοκρατίας, αλλά και λόγω των πλούσιων χαρισμάτων του.
Εκτός από τα εσωτερικά τους θέματα, βέβαια, οι ιωνικές πόλεις – κράτη είχαν ν’ αντιμετωπίσουν και την απειλή του γειτονικού βασιλείου της Λυδίας. Οι Λυδοί είχαν δημιουργήσει μια αυτοκρατορία, που εκτεινόταν στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας κι είχε πρωτεύουσα τις Σάρδεις. Οι ελληνικές πόλεις – κράτη της αποστερούσαν την πρόσβαση στο Αιγαίο, γι’ αυτό και ο Λυδός βασιλιάς Αλυάττης επιχείρησε να τις κατακτήσει.
Λέγεται ότι κατά την πολιορκία της Πριήνης από τον πολυάριθμο λυδικό στρατό, ο Βίας πάχυνε δύο μουλάρια και τα έστειλε στο στρατόπεδο των πολιορκητών. Βλέποντας ο Αλυάττης ότι ακόμη και τα ζώα στην Πριήνη είναι καλοταϊσμένα, διέκοψε τις εχθροπραξίες κι έστειλε έναν αγγελιοφόρο στην πόλη για διαπραγματεύσεις. Ο Βίας τότε στοίβαξε σωρούς από άμμο κι έβαλε πάνω πάνω ένα λεπτό στρώμα σιτάρι, ώστε να το δει ο αγγελιοφόρος. Όταν ο Αλυάττης έμαθε τα καθέκαστα και την άρνηση της πόλης να παραδοθεί, έλυσε την πολιορκία και πρότεινε ειρήνη. Κατόπιν, προσκάλεσε τον Βίαντα στην αυλή του. Ο Βίας, όμως, μη θέλοντας να εγκαταλείψει την πατρίδα του, αρνήθηκε λέγοντας «Συνιστώ στο βασιλιά να τρώει κρεμμύδια», δηλ. να κλαίει, γιατί δεν θα γίνει το δικό του.
Για τα χαρίσματά του και τον τρόπο που έζησε, ο Βίας κατετάγη από την αρχαιότητα ακόμη μεταξύ των επτά σοφών της αρχαίας Ελλάδας. Παρόλο δε, που κάθε συγγραφέας έβαζε διαφορετικά ονόματα στον κατάλογό των επτά σοφών, το όνομα του Βία βρίσκεται σε όλους τους καταλόγους, θεωρείται μάλιστα από ορισμένους ως ο επικρατέστερος όλων των σοφων. Κι αυτό, γιατί έμεινε στην ιστορια ως ένας άνθρωπος ανιδιοτελής, εγκρατής και λιτοδίαιτος.
Για τη ζωή του, όπως και των υπολοίπων σοφών της αρχαίας Ελλάδας, έχουν διασωθεί κυρίως ανεκδοτολικές ιστορίες κι όχι απτά στοιχεία. Από αυτές, όμως, δύο αξίζει ν’ αναφερθούν, γιατί δείχνουν ότι τα μεγάλα πνεύματα πάντα επικοινωνούσαν, είχαν δε πολλά κοινά γνωρίσματα. Η ιστορία που ακολουθεί καταδεικνύει τη μετριοφροσύνη όλων.
Σύμφωνα λοιπόν μ’ έναν αρχαϊκό θρύλο, που έφτασε ως τις μέρες μας σε διάφορες παραλλαγές, ψαράδες κάποτε έπιασαν στα δίχτυα τους έναν χρυσό τρίποδα, που είχε σκαλισμένη την αφιέρωση «τω σοφώ», δηλ. αφιερωμένη στο σοφότερο. Αποφάσισαν να στείλουν τον τρίποδα στο Βίαντα, καθώς είχε τη φήμη πολύ σοφού ανθρώπου. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να τον δεχθεί και τον έστειλε στη Μίλητο, στο Θαλή, θεωρώντας τον προφανώς σοφότερο. Ούτε όμως ο Θαλής κράτησε το πολύτιμο δώρο, αλλά το έστειλε στην Αθήνα, στο Σόλωνα,. Αυτός πάλι με τη σειρά του στη Μυτιλήνη, στον Πιττακό κι έτσι ο τρίποδας ταξίδεψε στις πατρίδες και των επτά σοφών για να καταλήξει, διαγράφοντας έναν κύκλο, πάλι στον Βίαντα, χωρίς κανείς να τον κρατήσει. Τότε, ο Βίας αφιέρωσε τον τρίποδα στον Απόλλωνα, στους Δελφούς, λέγοντας ότι μόνο ο θεός είναι πραγματικά σοφός.
Η επόμενη ιστορία μας, όμως, είναι χαρακτηριστική της ιδιοσυγκρασίας του σοφού άνδρα από την Πριήνη. Διηγούνται λοιπόν ότι κάποτε συναντήθηκαν και οι επτά σοφοί στο ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς, για ν’ ανταλλάξουν απόψεις. Ο ιερέας του ναού παρακάλεσε τον καθέναν από τους επτά άνδρες να χαράξει σε κάποιο σημείο του ναού του Απόλλωνα ένα απόφθεγμα. Όλοι έγραψαν κάποιο, εκτός από το Βίαντα, ο οποίος αρνιόταν πεισματικά να το κάνει. Μετά από πίεση και πολλά παρακάλια από τους υπόλοιπους έξι, βρήκε ένα απόμερο σημείο του ναού κι έγραψε τη φράση «Οι πλείστοι κακοί» (δηλ. οι περισσότεροι άνθρωποι είναι κακοί).
Ο Βίας έζησε μετά το θάνατο του Αλυάττη, τη βασιλεία του γιού του, Κροίσου, κατά τη διάρκεια της οποίας η Πριήνη, όπως και όλες οι υπόλοιπες πόλεις – κράτη στα παράλια της Μικράς Ασίας τέθηκαν φόρου υποτελείς και υπό τη χαλαρή επικυριαρχία των Λυδών. Σε βαθιά γεράματα, όταν ήταν ήδη ογδόντα ετών, έζησε την κατάρρευση της λυδικής αυτοκρατορίας, μετά την ήττα από τους Πέρσες το 546 π.Χ. κι αμέσως μετά αναγκάστηκε – όπως πολλοί άλλοι συμπολίτες του – να φύγει πρόσφυγας από την πόλη εξαιτίας του περσικού κινδύνου. Οι περισσότεροι κουβαλούσαν μαζί του τα υπάρχοντά τους, ενώ εκείνος τίποτα. Όταν τον ρώτησαν γιατί, απάντησε «Τα εμά πάντα μετ’ εμού φέρω» (δηλ. όλα μου τα υπάρχοντα τα έχω πάντα μαζί μου).
Λίγο αργότερα, γύρω στα 540 π.Χ., ο Βίας άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία ογδόντα πέντε ετών, ενώ αγόρευε στο δικαστήριο. Με άλλα λόγια, πέθανε κυριολεκτικά στη δουλειά. Οι συμπολίτες του, που τον τιμούσαν πολύ ενόσω ζούσε, του έστησαν ένα μεγαλοπρεπές μνημείο, που το ονόμασαν «Τευτάμειο» απο τον πατέρα του. Στον τάφο του χάραξαν, κατά την παράδοση, τα παρακάτω λόγια:
Στα δοξασμένα χώματα της Πριήνης
τούτη η πέτρα σκεπάζει το Βίαντα
μεγάλο στολίδι της Ιωνίας
Ξέρουμε ότι ο Βίας είχε συνθέσει ένα ποίημα δύο χιλιάδων στίχων με τίτλο «Με ποιον τρόπο θα μπορούσε να ευτυχήσει η Ιωνία», το οποίο, όμως, δυστυχώς δεν διασώθηκε κι ίσως γι’αυτό δεν διασώθηκε τελικά ούτε η Ιωνία. Από το γέρο σοφό μας έμειναν σκόρπια αποφθέγματά του είτε ως συμβουλές προς άλλους είτε ως απαντήσεις προς τις ερωτήσεις τους.
Αν και ήταν απαισιόδοξος, καθώς πίστευε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν κακοι και ότι οι αγαθοί άνθρωποι εξαπατώνται εύκολα, εντούτοις όταν ρωτήθηκε ποιο είναι το γλυκύτερο πράγμα στον άνθρωπο, απάντησε «η ελπίδα». Όταν πάλι ρωτήθηκε με ποιο πράγμα ηδονίζεται περισσότερο ο άνθρωπος, απάντησε «με το να κερδίζει» (να μαζεύει πλούτη), αποδεικνύοντας ότι γνώριζε εκ βαθέων την ανθρώπινη φύση.
Πίστευε ότι η αφθονία των υλικών αγαθών θα μπορούσε να οφείλεται καθαρά στην τύχη, ενώ ως σημαντικότερο χάρισμα προέκρινε την ικανότητα να λέει και να πράττει κανείς ό,τι συμφέρει την πατρίδα, διότι αυτό δείχνει άτομο με λογική και ψυχή. Μακάριζε όσους μπορούσαν να υπομένουν τις δυστυχίες τους με αξιοπρέπεια, καθώς το θεωρούσε ό,τι πιο δύσκολο και κάκιζε όσους επιθυμούσαν τα αδύνατα και αδιαφορούσαν για τα δεινά των άλλων, γιατί θεωρούσε αυτή τη συμπεριφορά ψυχική ασθένεια. Θεωρούσε δε ότι οποιαδήποτε επιτυχία έπρεπε ν’ αποδίδεται στο θεό.
Μοιραζόταν με τους υπόλοιπους έξι αρχαίους έλληνες σοφούς μια χαρακτηριστική φειδώ στην ομιλία. «Λάλει καίρια» (να λες μόνο αυτά που πρέπει) και «Μη ταχύ λάλει• μανίαν γαρ εμφαίνει» (μη μιλάς γρήγορα/επιπόλαια, γιατί είναι σημάδι τρέλας) είναι μόνο δύο από τα γνωμικά του, που θα ταλαιπωρούσαν για αιώνες αργότερα τους μαθητές στο μάθημα της έκθεσης ιδεών.
Η αποφθεγματική ομιλία του Βίαντα τον έκανε ευρύτερα γνωστό στα πέρατα του αρχαίου κόσμου, σε μια εποχή που τα μέσα ενημέρωσης ήταν ανύπαρκτα. Τα λόγια του, όπως και των υπολοίπων σοφών, διαδιδόμενα από στόμα σε στόμα, χρησίμευαν στους πατεράδες για την ανατροφή των παιδιών τους, στους δασκάλους για να νουθετούν τους μαθητές και στους ρήτορες για τον πολιτικό στίβο και τα δικαστήρια.
Εμάς, όμως, τι μας μένει από τις αποσπασματικές σημειώσεις πάνω στη ζωή του σοφού από την Πριήνη; Αν κάτι είναι χαρακτηριστικό της σκέψης του, αυτό είναι η απαισιοδοξία του και η επιφυλακτικότητα, με την οποία έβλεπε τα πράγματα. Αυτή η απαισιοδοξία κράταγε τα πόδια του γερά στη γή και τον βοηθούσε ν’ αποφεύγει τις βιαστικές αποφάσεις. Η ματιά του στον κόσμο δείχνει βαθιά γνώση της κοινωνίας και των μοχλών που την κινούν. Οι συμπολίτες του, που, αναγνωρίζοντας την αξία του, ζήτησαν τη συνδρομή του για να τους διοικήσει, εδειξαν στους μεταγενέστερους ότι ένας τόπος κυβερνιέται καλύτερα όταν κυβερνιέται από τους καλύτερους.
Για τη ζωή και την εποχή του Βίαντα ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- Διογένους Λαέρτιου – Βίοι φιλοσόφων (βιβλίο Α)
- Δ. Παπαδημητρίου – Οι επτά σοφοί της αρχαίας Ελλάδας
- Μπέρναρντ Ράσελ – Οι προσωκρατικοί (Αρσενίδης)
- Θεόφιλος Βεϊκος – Οι προσωκρατικοί (Ελληνικά Γράμματα)
- Λουτσιάνο ντε Κρεσέντσο – Ιστορία αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας (Οδυσσέας)
Η εικόνα στην αρχή: Προτομή του Βίαντα που βρίσκεται στο μουσείο Pio Clementino του Βατικανού
Γιάννης Δρίτσουλας
Add new comment