Κεραμείς, οι πρεσβευτές του αρχαίου ελληνικού κόσμου
Στο Μιλτιάδη Σταμούλη, μέγα λάτρη της αρχαιολογίας, για τη βοήθεια που μου προσέφερε
Η αναζήτηση της αλήθειας για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο περνά μέσα από την ασταμάτητη μελέτη πολλών και διαφορετικών παραγόντων. Επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων αναλύουν τη γραμματεία, την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, κάθε αρχαιολογικό κατάλοιπο, προσπαθώντας να ανασυνθέσουν τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Από τα πιο σημαντικά στοιχεία είναι και τα (κεραμικά) αγγεία κάθε είδους, που διασώθηκαν ως τις μέρες μας. Μας δίνουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για κάθε πλευρά της ζωής στην αρχαία Ελλάδα, καθώς είναι έργα πρωτότυπα, που διατηρούνται στο χρόνο χωρίς μεγάλες φθορές, εξου κι έχουν διασωθεί μεγάλες ποσότητες αυτών. Σημαντικό επίσης είναι ότι η κεραμική, μαζί με τα νομίσματα και τις επιγραφές, είναι η βασικότερη πηγή χρονολόγησης και αλλαγών στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Στο κείμενο αυτό θα ακολουθήσουμε τα βήματα των αρχαίων Ελλήνων κεραμέων, ψηλαφώντας την συνεισφορά τους στην πολιτισμική μας παράδοση.
Παρότι όλοι οι πολιτισμοί της Εγγύς και της Μέσης Ανατολής ανέπτυξαν αγγειογραφία, τα ελληνικά αγγεία προκαλούν ως σήμερα το θαυμασμό χάρη στην τεχνική ποιότητα, τον πλούτο των εικόνων, την πυκνότητα και την πολυπλοκότητα της έκφρασής τους, που δεν έχει αντίπαλο. Ενώ έχουν βρεθεί χιλιάδες αγγεία, λίγα μόνο μπορούν ν’ αποδοθούν στους δημιουργούς τους. Από τον 6ο αιώνα π.Χ. κι εφεξής κάποια έργα έχουν την υπογραφή του αγγειοπλάτη ή/και του αγγειογράφου, αλλά είναι θλιβερή μειοψηφία. Την ομαδοποίηση ανά δημιουργό οφείλουμε σε έναν... γιατρό, τον Giovanni Morelli, ο οποίος χρησιμοποίησε τις ανατομικές του γνώσεις για να συνταιριάξει αγγεία της ίδιας τεχνοτροπίας. Τη βάση, όμως, για την συστηματική κατηγοριοποίηση των αγγείων ανά δημιουργό έθεσε τον 20ο αιώνα ο αρχαιολόγος John Beazley, ο οποίος μελέτησε για δεκαετίες πάνω από 34.000 αρχαία ελληνικά αγγεία, δίνοντας πραγματικά ή συμβατικά ονόματα στους δημιουργούς τους. Όπου δεν υπήρχε υπογραφή του αγγειογράφου, ο Beazley έδινε δικά του ονόματα με βάση τη θέση του αγγείου («ζωγράφος του Βερολίνου»), το θέμα («Ζωγράφος των Γοργονών») ή και την καλλιτεχνική του άποψη («ο χειρότερος ζωγράφος») κ.α., ξεκινώντας μια τεράστια βάση δεδομένων ενός ξεχωριστού σήμερα επιστημονικού κλάδου.
Πώς ξεκινούσε, όμως, η κατασκευή ενός κεραμικού; Πρώτα απ’ όλα έπρεπε να εξορυχθεί ο κατάλληλος πηλός. Σε κάθε περιοχή της Ελλάδας, οι κεραμείς μάζευαν τον πηλό, τον καθάριζαν και τον κατεργάζονταν. Το χρώμα του αγγείου διέφερε από περιοχή σε περιοχή εξαιτίας της διαφορετικής υφής του άργιλου, από το οποίο φτιαχνόταν: Η Αττική, γη φτωχή σε αγροτικά προϊόντα, αλλά με άργιλο πλούσιο σε σίδηρο, έδινε αγγεία που είχαν ανοιχτό καφέ χρώμα, τα αγγεία της Κορίνθου είχαν ανοιχτό κίτρινο χρώμα κ.ο.κ. Οι κεραμείς έπλαθαν τον πηλό και δημιουργούσαν το αγγείο με τη χρήση ενός κεραμικού τροχού σε διάφορα σχήματα, ανάλογα με τις ανάγκες και τη ζήτηση: ήταν καλλιτέχνες, αλλά πάνω απ’ όλα ήταν άνθρωποι που με τη δημιουργικότητά τους έβγαζαν το ψωμί τους.
Η πρώτη κατηγορία πελατείας των κεραμέων ήταν οι γυναίκες. Είχαν ανάγκη μια σειρά αγγείων για το νοικοκυριό: πιθάρια για την αποθήκευση τροφίμων, υδρίες για τη μεταφορά του νερού, αμφορείς (στάμνα που φέρεται κι από τις δύο λαβές) για τη μεταφορά νερού, λαδιού, κρασιού, παστών ψαριών. Η μέλλουσα νύφη είχε ξεχωριστό αγγείο για το νερό με το οποίο θα έκανε το λουτρό πριν το γάμο: ήταν η λουτροφόρος υδρία, που ήταν διακοσμημένη με γαμήλιες ή ρομαντικές σκηνές. Οι μητέρες παράγγελναν από τον κεραμέα ένα καθίκι για τα μωρά τους. Είχε μια τρύπα για τον πισινό του μωρού και δύο για να περνούν τα πόδια. Στην κρεβατοκάμαρα κάθε γυναίκα είχε την πυξίδα, ένα μικρό, συνήθως τετράγωνο αγγείο για τα κοσμήματά της. Ένα περίεργο αγγείο ήταν το επίνητρο, ένας μακρόστενος σωλήνας, ανοιχτός στη μία πλευρά, που λειτουργούσε ως προφυλακτήρας του γονάτου των γυναικών κατά το γνέσιμο του μαλλιού.
Οι άντρες ήταν κι αυτοί προνομιακοί πελάτες των κεραμέων. Ο αρχαίος Έλληνας έβγαινε συχνά από το σπίτι για να παραστεί σ’ ένα συμπόσιο. Υπήρχαν αγγεία για κάθε πτυχή του συμποσίου: Από τις οινοχόες, δηλ. τις κανάτες για τη μεταφορά του κρασιού, έχυναν το κρασί στους κρατήρες, αγγεία για την αραίωση του κρασιου με νερό, καθώς οι αρχαίοι Έλληνες δεν έπιναν το κρασί ανέρωτο. Έπειτα, έβαζαν κρασί στο ποτήριον ή στην κύλικα του καθενός. Για να διατηρείται το κρασί δροσερό υπήρχε ενα ειδικό αγγείο γεμάτο με πάγο, ο ψυκτήρας, μέσα στον οποίο τοποθετούσαν τις οινοχόες. Όπως τα πιο «γυναικεία» αγγεία, και τα αγγεία αυτά ήταν διακοσμημένα με διάφορες παραστάσεις για όλα τα γούστα: μυθολογικές, ερωτικές (καθώς τα συμπόσια ήταν χώρος για ερωτοτροπίες με εταίρες), συμποσιακές ή και πολεμικές.
Εκτός από τους ιδιώτες, και το Δημόσιο χρειαζόταν τα αγγεία του: στα δικαστήρια και τη βουλή υπήρχε η κλεψύδρα, αγγείο γεμάτο νερό, που άδειαζε σιγά σιγά μέσα απο την αποσπώμενη βάση του. Όσο το νερό έτρεχε, τόσο χρόνο έδιναν στον εκάστοτε ομιλητή. Κοντά στις φυλακές της Αθήνας βρέθηκαν μικροσκοπικά αγγεία, σαν δαχτυλίθρες που πιθανότατα περιείχαν το κώνειο για τους καταδικασμένους σε θάνατο. Ο Σωκράτης είναι ο πιο διάσημος χρήστης αυτού του αγγείου. Η δόση δε του κώνειου ήταν τόσο αυστηρά καθορισμένη από την αθηναϊκή νομοθεσία, ώστε δεν επέτρεψαν στο Σωκράτη να τελέσει σπονδή χύνοντας ένα μέρος της.
Η πόλη δε της Αθήνας ήταν καλός πελάτης των κεραμέων κι όσον αφορά στους αγώνες. Κάθε τέσσερα χρόνια, από την εποχή του Πεισίστρατου διοργανώνονταν τα Μεγάλα Παναθήναια. Ως έπαθλο στο νικητή, το κράτος έδινε μια σειρά από αμφορείς, τους παναθηναϊκούς. Ήταν αμφορείς, που είχαν στη μία πλευρά την εικόνα της πολιούχου θεάς Αθηνάς και στην άλλη πλευρά το αγώνισμα στο οποίο επικράτησε ο τιμώμενος. Υπολογίζεται ότι απονέμονταν κατά μέσο όρο 1000 αμφορείς κάθε φορά, γεμάτοι με λάδι από τις ιερές δημόσιες ελιές της Αττικής· δεκάδες εργαστήρια συμμετείχαν στο σχετικό διαγωνισμό, το δε έπαθλο περιποιούσε στο νικητή εκτός από γόητρο και αρκετά χρήματα. Η απήχηση των αμφορέων αυτών στην αρχαιότητα ήταν τόσο μεγάλη, που θα χρειαστεί ξεχωριστό άρθρο για να αποτυπωθεί. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι σήμερα ο νικητής του Champions League σηκώνει ένα κύπελο, που το σχήμα του παραπέμπει στους Παναθηναϊκους αμφορείς.
Ο κατεξοχήν χώρος, όμως, που κυριάρχησαν οι κεραμείς, ήταν οι αρχαίοι τάφοι. Κάθε Έλληνας που ήθελε να τιμήσει τους νεκρούς του, απέθετε ορισμένα αγγεία στον τάφο τους. Σήμα κατατεθέν κάθε τάφου ήταν η λήκυθος. Ήταν ένα μακρόστενο αγγείο, συχνότερα με λευκό υπόβαθρο, που περιείχε λάδι για ταφική λειτουργία. Ήταν ζωγραφισμένο με σκηνές αποχαιρετισμού ή από τη ζωή του νεκρού. Πολλές φορές τα αγγεία περιείχαν την τέφρα του νεκρού (τεφροδόχα), συχνά δε τοποθετούνταν εκεί και προσφιλή αγγεία από τη ζωή του. Όταν δε επρόκειτο για ανύπαντρη κοπέλα, τοποθετούσαν λουτροφόρους, το αγγείο του γάμου: αντίστοιχα, σήμερα ντύνουμε νύφες τις νεαρές κοπέλες που πέθαναν πριν προλάβουν να παντρευτούν. Στην γεωμετρική εποχή (10ος -8ος αιώνας π.Χ.) πάνω στον τάφο τοποθετείτο ένας τεράστιος αμφορέας ως «σήμα», γιατί έδειχνε τον τάφο. Ήταν διακοσμημένος με σκηνές «πρόθεσης» (έκθεσης του νεκρού) και «εκφοράς» (μεταφοράς στον τάφο). Ήταν τόσο σημαντικοί οι κεραμείς για τις ταφικές τελετουργίες, ώστε η συνοικία των κεραμέων στην Αττική, ο Κεραμεικός, ήταν δίπλα στο αρχαίο νεκροταφείο.
Τίποτε όμως δε δείχνει πιο εύγλωττα την απήχηση των αρχαίων ελληνικών αγγείων όσο η εμπορική τους εξάπλωση. Ελληνικά αγγεία βρέθηκαν σε όλα τα μέρη που βρέχονται από τη Μεσόγειο: από την μητροπολιτική Ελλάδα ως την άλλη πλευρά του Αιγαίου, την Αίγυπτο, τα παράλια της Μέσης Ανατολής, τη χώρα των Ετρούσκων στη βόρεια Ιταλία, ακόμη και στην πόλη Εμπορίον (σημερινό Ampurias), εμπορικό σταθμό στη μακρινή Ισπανία. Αιγύπτιοι, Σύροι, αλλά κυρίως Ετρούσκοι παράγγελναν χιλιάδες αγγεία από τους έλληνες κεραμείς, χωρίς απαραίτητα να κατανοούν τις παραστάσεις που τα διακοσμούσαν.
Για να καταλάβει κανείς την ακτινοβολία των αρχαίων ελληνικών αγγείων και κατ’ επέκταση του ελληνικού πολιτισμού, αρκούν δύο παραδείγματα: Στα 1845 στο Κιούζι της Ετρουρίας βρέθηκε ένα αγγείο που έφερε τις υπογραφές του κεραμέα Εργότιμου και του ζωγράφου Κλειτία. Ήταν ένας ελικωτός κρατήρας, γεμάτος σκηνές από την ελληνική μυθολογία: το κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου, την επιστροφή του Θησέα από την Κρήτη, την Κενταυρομαχία, το γάμο του Πηλέα με τη Θέτιδα, το κυνήγι του Τρωίλου από τον Αχιλλέα, τα «άθλα επί Πατρόκλω», τη μάχη Πυγμαίων και γερανών, την επιστροφή του Ηφαίστου στον Όλυμπο. Ακόμη και στις ελικωτές λαβές του αγγείου ο Κλειτίας είχε ζωγραφίσει τον Αίαντα να κουβαλά το νεκρό Αχιλλέα και την Άρτεμη ως πότνια θηρών. Συνολικά 270 φιγούρες περιέχονται στο αγγείο, ενώ οι περήφανοι δημιουργοί το έχουν γεμίσει επιγραφές με τα ονόματα τους, καθώς και των εικονιζόμενων. Είναι ένα κομψοτέχνημα του μελανόμορφου ρυθμού της Αττικής, που ονομάσθηκε «αγγείο Francois» από τον Alessandro Francois που το ανακάλυψε και συγκόλησε όλα του τα κομμάτια. Το έβαλαν στο Μουσείο της Φλωρεντίας, όπου το 1900 ένας δυσαρεστημένος φύλακας το έσπασε σε 638 κομμάτια. Παρόλαυτά, οι αρχαιολόγοι το συγκόλησαν και ακόμη αποτελεί το καύχημα του μουσείου, απόδειξη του πόση απήχηση είχαμε στους Ετρούσκους.
Το δεύτερο παράδειγμα είναι χάλκινο αγγείο (τα κεραμικά αγγεία συχνά μιμούνταν τα μεταλλικά). Στα 1953 Γάλλοι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στο Mont Lassois στην περιοχή Vix στη νότια Γαλλία, τον τάφο μιας πριγκίπισσας των Κελτών, χρονολογούμενο το 500π.Χ. περίπου. Ο τάφος ήταν εξαιρετικά πλούσιος, καθώς η ένοικος είχε πεθάνει νέα και ο απαρηγόρητος πατέρας ή σύζυγος είχε γεμίσει τον τάφο με δώρα για να τη συντροφεύουν στον αιώνιο ύπνο της. Μεταξύ αυτών ήταν κι ένας χάλκινος ελικωτός κρατήρας από εργαστήριο της Λακωνίας, διακοσμημένος με ανάγλυφα κι εγχάρακτα στοιχεία, με γεωμετρικά και φυτικά θέματα, αλλά και μορφές (γοργόνες, ιππείς, οπλίτες), άλογα σε καλπασμό και σκύλους. Ο κρατήρας, που είχε ύψος 1,63μ., ο μεγαλύτερος που έχει ανακαλυφθεί ποτέ, επιβεβαιώνει την ύπαρξη οικονομικών σχέσεων μεταξύ της κεντρικής Ευρώπης και των Ελλήνων στο νότο: είναι πιθανό ο Τάραντας, λακωνική αποικία στην Ιταλία, να ευθύνεται για τη συναρμολόγηση του αγγείου και την προώθησή του στο βασιλικό οίκο των Κελτών. Επιβεβαιώνει επίσης ότι η Σπάρτη είχε διεθνή ακτινοβολία όχι μόνο για τους οπλίτες της, αλλά και για τους ταπεινούς κεραμείς της.
Γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει σήμερα η αγγειογραφία της αρχαίας Ελλάδας; Τι μπορεί να μας προσφέρει; Πέρα από την περηφάνεια για τα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού, τα αγγεία αυτά, ξεθαμμένα από κάθε γωνιά της Μεσογείου κι ακόμη μακρύτερα, μας δείχνουν την ακτινοβολία του ελληνικού πολιτισμού και την αγάπη του για επικοινωνία με «τον άλλο»· πάνω απ’ όλα, όμως, μας χαρίζουν διόδους για να δούμε τον αρχαίο ελληνικό κόσμο μέσα στην ομορφιά, τη σκληρότητα, τη δύναμη, τη χάρη και τη σοφία που αυτός διαθέτει. Κι αν η ματιά μας είναι αρκετά προσεκτική, θα διακρίνουμε σ’ αυτά τα αγγεία κάτι από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Για τα αρχαία ελληνικά αγγεία ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- John Boardman – Αθηναϊκά μελανόμορφα αγγεία / Αθηναϊκά ερυθρόμορφα αγγεία (Καρδαμίτσα)
- Brian Sparkes – Ερυθρόν και μέλαν (Παπαδήμας)
- Μιχάλης Τιβέριος – Αρχαία ελληνικά αγγεία (Εκδοτική Αθηνών)
- Μανόλης Στεφανάκης – Εισαγωγή στην κλασική αρχαιολογία (Ιάμβλιχος)
- Ingeborg Scheibler – Ελληνική κεραμική (Καρδαμίτσα)
- R. M. Cook – Αρχαία ελληνική αγγειογραφία (Καρδαμίτσα)
Στην εικόνα: Το αγγείο Francois 570π.Χ. περίπου, Αρχ. Μουσείο Φλωρεντίας
Γιάννης Δρίτσουλας
Recent comments