Βλέποντας την ελληνική ιστορία συνολικά, στο μεγαλύτερο κομμάτι της οι Έλληνες αμύνονταν στα σύνορά τους έναντι εισβολέων ή τσακώνονταν μεταξύ τους για τις εύφορες πεδιάδες που βρίσκονταν ανάμεσά τους. Κατά την αρχαιότητα, ο πόλεμος ήταν καθημερινότητα για τους πολίτες των ελληνικών πόλεων – κρατών και διαμόρφωνε τόσο τον τρόπο σκέψης όσο και τη στρατηγική τους. Με την πάροδο του χρόνου, η προετοιμασία για τον πόλεμο, ο τρόπος που μάχονταν, η κατασκευή και η χρήση των όπλων, αλλά και η συμπεριφορά τόσο κατά τη διάρκεια όσο – κυρίως – μετά από μία πολεμική σύρραξη υπέστησαν σημαντικές μεταβολές, πάντα στην προσπάθεια να επικρατήσουν ή τουλάχιστον ν’ απωθήσουν τον εχθρό από τη γη τους. Παρακάτω, θα εξετάσουμε αυτές τις μεταβολές συν τω χρόνω, επιχειρώντας να καταλάβουμε αυτούς και την απόσταση που μας χωρίζει από την εποχή τους.
Η μυκηναϊκή εποχή είναι κατάσπαρτη από πολέμους ανάμεσα στα μυκηναϊκά βασίλεια και τους γείτονές τους. Οι Μυκηναίοι, όπως ονομάζονται όλα τα ελληνικά φύλα που διαμόρφωσαν τον πολιτισμό μας από τον 16ο έως και τον 11ο αιώνα π.Χ. περίπου, είχαν άλλοτε εγκάρδιες σχέσεις με τα αλλόφυλα βασίλεια της Ανατολικής Μεσογείου και της Ιταλικής χερσονήσου, άλλοτε όχι και τόσο εγκάρδιες. Από τα έπη του Ομήρου, που απηχούν κυρίως την ύστερη μυκηναϊκή εποχή (12-11ο αιώνας π.Χ.), μπορούμε να διακρίνουμε την ανάγκη των Μυκηναίων για πρώτες ύλες και για ελεύθερη πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά και στα λιμάνια του βορρά και της δύσης.
Η αρχαιολογική έρευνα απέδειξε ότι ο Τρωικός πόλεμος δεν ήταν αποκύημα της φαντασίας κάποιου ταλαντούχου ποιητή. Από τα κείμενα άλλων λαών, κυρίως των Χετταίων, ξέρουμε ότι τους επιτέθηκε ο «τρανός στρατός του βασιλείου των Ahijawa» (Αχαιών), αν και η εκστρατεία εναντίον του βασιλείου της Τροίας δεν ήταν τόσο μαζική για τα μυκηναϊκά βασίλεια όσο αναφέρει ο Όμηρος. Πώς όμως πολεμούσαν οι Μυκηναίοι;
Οι επιφανείς Μυκηναίοι άρχοντες έφταναν στη μάχη έφιπποι ή με άρμα, το οποίο οδηγούσε ένας ηνίοχος. Το άρμα αυτό ουδέποτε χρησιμοποιείτο στη μάχη∙ οι πολεμιστές κατέβαιναν απ’ αυτό και ρίχνονταν πεζή στους αντιπάλους. Η μάχη διεξαγόταν μεν μεταξύ αντίπαλων στρατών, αλλά ο κάθε πολεμιστής πολεμούσε ξεχωριστά με τους εχθρούς σε απόσταση από τους συμπολεμιστές του. Ο πόλεμος δεν ήταν μάχη σχηματισμών, αλλά περισσότερο άθροισμα από μονομαχίες μεταξύ επιφανών, βαριά οπλισμένων πεζικάριων. Προτεραιότητα δινόταν στην προσωπική ανδρεία και ικανότητα στα όπλα και όχι στη συλλογική προσπάθεια. Κάθε παράταξη είχε τους ήρωές της, από τα κατορθώματα ή τα παθήματα των οποίων εξαρτιόταν το συλλογικό ηθικό και εντέλει η έκβαση της μάχης. Η συμμετοχή στη μάχη είχε μεν πατριωτική λογική (το «εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης» άλλωστε ειπώθηκε από τον Όμηρο), αλλά κυρίαρχος σκοπός ήταν η προσωπική διάκριση μέσα από κατορθώματα και ανδραγαθείες («αιέν αριστεύειν και υπείροχον εμμέναι άλλων»), που χάριζαν υστεροφημία στο γενναιόφρονα πολεμιστή.
Ασφαλώς, ο πόλεμος κατά τη μυκηναϊκή εποχή ήταν ένας πόλεμος για αριστοκράτες. Μετά την κατάρρευση, όμως, των μυκηναϊκών βασιλείων και τη βύθιση του παλαιού ελληνικού κόσμου σε παρακμή, ξεπήδησαν κατά την ύστερη γεωμετρική εποχή οι πρώτες πόλεις – κράτη. Η ανάγκη προστασίας των λιγοστών εύφορων εδαφών γύρω από την πόλη, καθώς και η κατάκτηση επαρκών επιπλέον καλλιεργήσιμων εδαφών με σκοπό την αυτάρκεια, ανάγκασε τις περισσότερες πόλεις να συντηρούν τακτικό στρατό. Η παρακμή του θεσμού της βασιλείας και η άνοδος των εμπόρων και βιοτεχνών έφερε αλλαγές στο στρατό. Πλέον, οι περισσότεροι στρατιώτες δεν ήταν αριστοκράτες με φανταχτερές πανοπλίες, αλλά άνθρωποι που μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τον οπλισμό τους, που ήταν ομοιόμορφος με αυτόν των συμπολεμιστών του.
Επιπλέον, η πολεμική τέχνη και η εξάσκηση ξέφυγε από το στενό κύκλο των ευγενών με αποτέλεσμα η μάχη να μην εξαρτάται από την ανδραγαθία των λίγων, αλλά από το συμπαγές των πολλών. Όλο και περισσότερες πόλεις υιοθέτησαν την οπλιτική φάλαγγα: Οπλίτες με ίδιο οπλισμό και διακριτικά παρατάσσονταν σε συμπαγείς γραμμές μάχης, αντιμετωπίζοντας ως σύνολο τον εχθρικό στρατό. Καθένας έφερε ασπίδα στο αριστερό χέρι, καλύπτοντας με αυτήν και τον διπλανό του. Έτσι, σημασία πλέον δεν είχε η προσωπική προσπάθεια, αλλά να κρατηθεί σταθερή η γραμμή της μάχης, ώστε όλοι να αλληλοκαλύπτονται. Οι οπλίτες γνώριζαν ότι αν έσπαζε η γραμμή, όλοι ήταν χαμένοι, καθώς η μόνη διέξοδος προς τη σωτηρία ήταν η εγκατάλειψη του πεδίου της μάχης, λύση που βέβαια ισοδυναμούσε με ισόβια ταπείνωση.
Για να επιτύχουν την καλύτερη δυνατή γραμμή μάχης, οι αρχαίοι Έλληνες έδωσαν πλέον μεγαλύτερη προσοχή στις στρατιωτικές ασκήσεις ακριβείας. Οι νέοι από όλες τις πόλεις – κράτη, ανεξαρτήτως καταγωγής ή οικονομικής κατάστασης, ώφειλαν να υπηρετήσουν ένα χρονικό διάστημα στο στρατό, ώστε να μάθουν την τεχνική των κινήσεων της φάλαγγας και να συγχρωτισθούν με τους συμπολεμιστές τους, καθώς από τη συνεργασία και την αμοιβαία εμπιστοσύνη εξαρτιόταν η έκβαση κάθε πολέμου. Στην Αθήνα, όπως και σε πολλές άλλες πόλεις, κάθε λόχος αποτελείτο από άτομα του ίδιου δήμου, ώστε οι στρατιώτες να βασίζονται σε συγγενεις, φίλους και γείτονες. Εξαίρεση σ’ αυτόν τον κανόνα αποτελούσε η Σπάρτη, οι πολίτες της οποίας, απασχολούμενοι αποκλειστικά με το στρατό, είχαν αυτοματοποιήσει στο μέγιστο βαθμό τις κινήσεις και τις τεχνικές της φάλαγγάς, ώστε να μην έχει σημασία ποιος καλύπτει ποιον.
Με αυτόν τον τρόπο, η οπλιτική φάλαγγα ενδυνάμωσε τους δεσμούς μεταξύ των κατοίκων της πόλης, την αλληλεγγύη και τη φιλοπατρία ως έννοιες καθαρά πρακτικές και καθημερινές, αφού οι συρράξεις για διασυνοριακές διενέξεις ήταν συχνές. Πέρα από αυτό, όμως, η οπλιτική φάλαγγα ήταν και μοχλός πολιτικών εξελίξεων: οι μεσαίες τάξεις των πολιτών, που έφεραν πλέον το μεγαλύτερο βάρος της πολεμικής προσπάθειας, αξίωσαν περισσότερα πολιτικά δικαιώματα, κυρίως να μπορούν να εκλέγουν τους δικούς τους άρχοντες και να εκλέγονται σε διάφορα αξιώματα∙ σταδιακά (στις περισσότερες πόλεις) το πέτυχαν. Στην Αθήνα, μάλιστα, η πόλη, λόγω των δημοκρατικών της αντανακλαστικών, αλλά και της διορατικότητας των ηγετών της, χορήγησε πολιτικά δικαιώματα και στους θήτες (τους πολίτες της κατώτερης κοινωνικής τάξης), διαβλέποντας την ευρεία συνεισφορά τους στην αθηναϊκή ηγεμονία, ως κωπηλάτες του κραταιού αθηναϊκού ναυτικού.
Καθόλη την κλασσική αρχαιότητα, η τεχνική της φάλαγγας δεν έπαυσε να ανανεώνεται. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες καθιερώθηκε αγώνισμα δρόμου με πλήρως αρματωμένους δρομείς. Η εμπειρία αυτή στάθηκε καθοριστική στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ., όταν ο Μιλτιάδης διέταξε τους Αθηναίους οπλίτες να τρέξουν κατά της παράταξης του περσικού πεζικού. Οι Πέρσες, μην έχοντας ξαναδει κάτι παρόμοιο, ταράχθηκαν και έσπασαν τις γραμμές τους. Μετά τη νίκη τους, οι Αθηναίοι καθιέρωσαν τη λατρεία του θεού Πάνα στην πόλη και το συναίσθημα των ηττημένων Περσών χάρισε στην ανθρωπότητα τη λέξη πανικός. Το πιο εξελιγμένο μοντέλο φάλαγγας ήταν η λοξή φάλαγγα των Θηβαίων, αλλά σ’ αυτή αξίζει ξεχωριστό κείμενο.
Κατά την ελληνιστική εποχή, τα παλαιά συστήματα συγκρότησης και λειτουργίας του στρατού ατόνησαν. Πλέον, η κάθε πόλη δε βασιζόταν στους πολίτες της για να στελεχώσει τα στρατεύματά της, αλλά όλο και περισσότερο σε μισθοφόρους, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ο συνεκτικός δεσμός πολιτών και πόλης. Η αυτόνομη πόλη όπως την ήξεραν έδινε σιγά σιγά τη θέση της σε αυτοκρατορίες και ενώσεις πόλεων με κοινή διοίκηση. Οι πόλεμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και οι εξελίξεις των ελληνιστικών βασιλείων των διαδόχων του έφεραν αλλαγές, μεταξύ άλλων, και στις στρατιωτικές τεχνικές: επιστρατεύθηκαν ελέφαντες, δημιουργήθηκαν μεγαλύτερα πλοία, χρησιμοποιήθηκαν περίτεχνες πολιορκητικές μηχανές (καταπέλτες, ελεπόλεις, χελώνες) και ενσωματώθηκαν στη στρατηγική τεχνολογικές ανακαλύψεις όπως τα κάτοπτρα του Αρχιμήδη κ.α.
Μέσα από όλη αυτή την αναδρομή, τι είναι σημαντικό να καταλάβουμε για τους αρχαίους Έλληνες; Γι’ αυτούς, ο πόλεμος ήταν ένα μέσο για να εξασφαλίσουν – έστω και βίαια – την αυτονομία τους έναντι των ξένων και την αυτάρκειά τους, αξίες που βρίσκονταν πολύ ψηλά στο αξιακό τους σύστημα. Για την αποτελεσματικότητά τους στον πόλεμο φρόντιζαν κυρίως δύο πράγματα: Αφενός να συνδέουν τον πόλεμο με τα αγαθά που υπερασπίζονταν οι στρατιώτες όντας πολίτες (κανείς δεν πολεμούσε για κάτι αφηρημένο, αλλά για όσα σήμαινε η πόλη του γι’ αυτόν). Αφετέρου να εξελίσσουν συνεχώς και αδιαλείπτως τις στρατιωτικές τους τεχνικές και τα όπλα τους. Αλλά με τα τελευταία θα ασχοληθούμε στο επόμενο μέρος.
Για τον πόλεμο στην αρχαία Ελλάδα ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
- Robin Osborne – Η γένεση της Ελλάδας (Οδυσσέας)
- A. Snodgrass – Archaic Greece, the age of experience (California Uni Press)
- Gustav Glotz – Η ελληνική πόλις (ΜΙΕΤ)
- Claude Mosse – Η αρχαϊκή Ελλάδα (ΜΙΕΤ)
- Γεώργιος Σταϊνχάουερ – Ο πόλεμος στην αρχαία Ελλάδα (Παπαδήμας)
Στην εικόνα: Μάχη οπλιτών σε πρωτοκορινθιακού ρυθμού αγγείου, γνωστό ως "δοχείο Chigi"
Γιάννης Δρίτσουλας
Add new comment