Έρωτας και επανάσταση στην αρχαία Σπάρτη: Κλεομένης και Αγιάτιδα
Ζώντας σε μια ανταγωνιστική εποχή, με ξέφρενη ταχύτητα και απέχθεια στις λεπτομέρειες, έχουμε συνηθίσει να επικεντρώνουμε την προσοχή μας στις επιτυχίες. Θυμόμαστε μόνο τα πρόσωπα που δικαίωσε η ιστορία, ενώ για τους άλλους, που είχαν την ανικανότητα ή την ατυχία να επικρατήσουν, παρά τις όποιες προσπάθειές τους, δείχνουμε άγνοια, αδιαφορία ή – το πολύ – οίκτο. Πάρτε για παράδειγμα την αρχαία Σπάρτη. Η πλειοψηφία τη θυμάται για τις στρατιωτικές της επιτυχίες κατά την αρχαϊκή και την κλασική εποχή, για τον ηρωισμό στις Θερμοπύλες και αλλού, για την ηγεμονία της στην Ελλάδα• κανείς, όμως, δεν ασχολείται με τα κατοπινά χρόνια, τα χρόνια της παρακμής. Στο κείμενο που ακολουθεί θα ξετυλίξουμε μια ιστορία έρωτα και επανάστασης, παρμένη από τα χρόνια της σπαρτιατικής παρακμής: την ιστορία του Κλεομένη και της Αγιάτιδας.
Για να καταλάβουμε τη ζωή του ζευγαριού, θα πρέπει να πάμε μερικά χρόνια πριν την αρχή της ιστορίας τους. Η Σπάρτη, άλλοτε κραταιά στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας, συντρίβεται το 371π.Χ. από τη λοξή φάλαγγα των Θηβαίων στη μάχη των Λεύκτρων και η ηγεμονία της καταρρέει. Η ήττα στη Μαντίνεια το 362π.Χ. αποτέλειώνει την στρατιωτική της κατάπτωση. Έκτοτε, θα περιορισθεί στα όρια της Λακωνίας, ενώ από τύχη θα αποφύγει εισβολή του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας στα εδάφη της. Η Μεσσηνία απελευθερώνεται από το ζυγό της Σπάρτης, ιδρύεται η Μεγαλόπολη, οι Αρκάδες ξαναδημιουργούν το Κοινό τους, ενώ η Πελοποννησιακή Συμμαχία υπάρχει μόνο τυπικά.
Η Σπάρτη ποτέ δεν θα δεχθεί αυτήν την κατάσταση. Θα προσπαθήσει επανειλημμένα να επανακτήσει τη Μεσσηνία και να εδραιώσει τη θέση της σητν Πελοπόννησο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η στρατιωτική της παρακμή φαίνεται εύγλωττα από το εξής περιστατικό: Το 268π.Χ. ξέσπασε ο Χρεμωνίδειος πόλεμος ανάμεσα σε μια συμμαχία πόλεων της νότιας Ελλάδας και στο Μακεδόνα βασιλιά Αντίγονο Γονατά. Ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αρεύς Α΄, προκειμένου να βοηθήσει τις συμμαχικές του πόλεις, επιχείρησε να καταλάβει τον Ακροκόρινθο και να περάσει τον ισθμό, αλλά ηττήθηκε από τη μακεδονική φρουρά που κρατούσε τον Ακροκόρινθο και σκοτώθηκε (265π.Χ.).
Τα αίτια της παρακμής, βέβαια, δεν ήταν κυρίως στρατιωτικά. Η πόλη μαστιζόταν από υπογεννητικότητα, που αντανακλούσε και στο στρατό, στην οικονομική και πολιτική δραστηριότητα. Όντας πολύ συντηρητική και αντίθετη σε μεταρρυθμίσεις, η Σπάρτη απέτυχε να ανταποκριθεί τις αλλαγές των εποχών, με συνέπεια την οπισθοδρόμηση. Μετά τη στρατιωτική της κατάρρευση, χάρη σε ανίκανους ηγέτες και το νόμο του Επιταδέα (βάσει του οποίου ένας Σπαρτιάτης πολίτης μπορούσε να κληροδοτήσει την περιουσία του εκτός οικογένειας), η γη πέρασε στα χέρια λίγων οικογενειών, που ζουσαν προκλητικά, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των Σπαρτιατών ήταν φτωχοί και χρεωμένοι. Η πολιτική ζωή είχε εκφυλιστεί, καθώς δεν ακολουθείτο πλέον ο παλιός λιτός τρόπος ζωής. Στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. η κατάσταση ήταν πλέον εκρηκτική.
Τότε είναι (245π.Χ.) που γίνεται βασιλιάς ο νεαρός Άγις Δ΄, ο οποίος είναι παντρεμένος με την Αγιάτιδα, μια γυναίκα εξαιρετικά όμορφη και από πλούσια οικογένεια της πόλης, όπως άλλωστε και ο ίδιος. Για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της πόλης, ο Άγις θέλησε να προχωρήσει σε διαγραφή των χρεών και αναδασμό της γης. Στηριζόμενος από τη γυναίκα του, που συμφωνούσε με τις ιδέες του, έπεισε έναν εκ των πέντε εφόρων να προτείνει τα μέτρα αυτά. Καθώς ο Λεωνίδας Β΄, ο έτερος βασιλιάς (η πόλη είχε πάντα 2) διαφωνούσε, έχοντας συνηθίσει σε τρυφηλή ζωή και προσκολλώμενος στα προνόμιά του, ο Άγις κατάφερε να τον εξορίσουν. Μετά τη διαγραφή των χρεών, δεν κατάφερε, όμως, να προχωρήσει σε αναδασμό της γης, μέτρο που έβρισκε αντίθετους πολλούς πλούσιους πολίτες στην πόλη. Οι έφοροι κατάφεραν να καθυστερήσουν το μέτρο, ενώ επανέφεραν το Λεωνίδα από την εξορία και, όταν ο Άγις επέστρεψε στη Σπάρτη από εκστρατεία, συνωμότησαν, τον δίκασαν για παράβαση των νόμων και τον σκότωσαν μαζί με τη μητέρα του και τη γιαγιά του. Κυρίαρχο ρόλο πλέον στην πόλη έπαιζε ο Λεωνιδας.
Για να βάλει χέρι στην περιουσία τόσο της οικογένειας του Άγι όσο και της Αγιάτιδας, πίεσε το γιο του Κλεομένη να την παντρευτεί. Ο Λεωνίδας πίστευε ότι με το γάμο αυτό θα έλεγχε οικονομικά και πολιτικά την αντίπαλη οικογένεια. Ο Κλεομένης αρχικά αρνήθηκε, αναλογιζόμενος το μίσος της Αγιάτιδας για την οικογένειά του. Τελικά, όμως, πείστηκε και ο γάμος έγινε.
Εύκολα μπορείς κανείς να φανταστεί τον πρώτο καιρό της έγγαμης συμβίωσης του ζευγαριού. Πιθανότατα, η Αγιάτιδα αντιμετώπισε το σύζυγό της με περιφρόνηση, κάτι που σταδιακά τον έκανε να τη θέλει όλο και περισσότερο. Ο Κλεομένης, από την άλλη, ήταν ένας νέος με ιδανικά. Εμπνεόταν από το ένδοξο παρελθόν της Σπάρτης και ήθελε να την αποκαταστήσει στην παλιά της θέση. Οι σκοποί του, δηλαδή, δεν απείχαν και πολύ από αυτούς του Άγι. Αυτό το ζήτημα, καθώς και τα φυσικά του χαρίσματα και η αποφασιστικότητά του, έφεραν πιο κοντά το ζευγάρι. Αντίθετα απ’ ό,τι επιδίωκε ο Λεωνίδας, ο γιος του υιοθέτησε την άποψη της Αγιάτιδας για μεταρρυθμίσεις, την ερωτεύθηκε σφοδρά και έζησαν αρμονικά ως τον πρόωρο θάνατό της το 224π.Χ.
Όταν ο Κλεομένης ανέβηκε στο θρόνο της Σπάρτης (ως Κλεομένης Γ΄) το 235π.Χ. αποφάσισε να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις του Άγι. Προχώρησε σε ευρύ αναδασμό παραχωρώντας πρώτος τη γη του στο κράτος, με τους πολίτες να τον ακολουθούν. Η γη μοιράστηκε σε ίσα μερίδια σε 4000 πολίτες, οι μισοί από τους οποίους ήταν παλιοί εξοριστοι που ανακλήθηκαν στην πόλη, ενώ οι άλλοι μισοί νεοι κάτοικοι. Ο στρατός αναμορφώθηκε, καθώς με νόμο αναβίωσε η «σπαρτιατική αγωγή» για ολα τα αγόρια από 7 ετών και άνω, καθώς και για τους ενήλικες. Ο Κλεομένης εκμοντέρνισε τον οπλισμό, υιοθέτησε τη μακεδονική σάρισα και νέες τακτικές μάχης. Τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων δε άργησαν να φανούν.
Εκτός από το εσωτερικό μέτωπο, ο Κλεομένης είχε ν’ αντιμετωπίσει προκλήσεις και εκτός Σπάρτης. Η σημαντικότερη από αυτες ήταν η Αχαϊκή Συμπολιτεία, μια ομοσπονδία πόλεων, που αρχικά περιορίιζόταν στην Αχαϊα, αλλά μετά την ένταξη της Σικυώνας, επεκτάθηκε σε όλη τη βορεια και δυτική Πελοπόννησο. Επικεφαλής (στρατηγός) της Αχαϊκής Συμπολιτείας, ήταν ο Άρατος από τη Σικυώνα. Με το που έμαθε το θάνατο του Λεωνίδα Β΄, ο Άρατος επιτέθηκε στις αρκαδικές πόλεις. Ο Κλεομένης, αφού αναδιοργάνωσε το στρατό του, εξεστράτευσε στην Αρκαδία και κατέλαβε τη μία μετά την άλλη τις περισσότερες αρκαδικές πόλεις (Τεγέα, Μαντινεια, Καφυά, Αρκαδικός Ορχομενός) και τις κατέστησε συμμάχους του. Καταλαμβάνοντας το φρούριο Αθήναιον κοντά στη Μεγαλόπολη, ο Κλεομένης ανάγκασε τον Άρατο να του κηρύξει τον πόλεμο.
Ο Άρατος, προσπαθώντας ν’ απαντήσει, επιτέθηκε στις αρκαδικές πόλεις κι έτσι ξεκίνησε ένας μακροχρόνιος πόλεμος για την κυριαρχία στην Πελοπόννησο. Ο Κλεομένης επικράτησε στις πρώτες μάχες στα όρια της Λακωνίας και στην Αρκαδία. Μετά τις πρώτες επιτυχίες και αφού εδραιώθηκε το κύρος του στους πολίτες, διέταξε τη δολοφονία των πέντε εφόρων, κατήργησε το θεσμό των εφόρων και τον αντικατέστησε με τους «πατρονόμους», δέκα (κατ’ άλλους έξι) ενιαύσιους άρχοντες. Εν συνεχεία, εξεστράτευσε βορειότερα, εισέβαλε στην Αχαϊα, αντιμετώπισε την Αχαϊκή φάλαγγα στην πόλη Δύμη και τη συνέτριψε.
Παράλληλα, ο Κλεομένης συμμάχησε με τον Πτολεμαίο Γ΄ Ευεργέτη της Αιγύπτου που τον βοηθούσε οικονομικά. Σκοπός του Πτολεμαίου ήταν η αποσταθεροποίηση του βασιλείου της Μακεδονίας και προς το σκοπό αυτό δεν έχανε ευκαιρια να βοηθά «ταραξίες» όπως ο Κλεομένης (αλλά ενίοτε και ο Άρατος!), παρενοχλώντας τους Αντιγονίδες.
Ο Άρατος θορυβήθηκε από τις επιτυχίες του Κλεομένη, αλλά και από την απήχηση που είχε στους πολίτες της Πελοποννήσου το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων του. Όλες οι πόλεις της μητροπολιτικής Ελλάδας εκείνη την εποχή μαστίζονταν από φτώχεια, υπογεννητικότητα, ανασφάλεια κι ο μέσος άνθρωπος ήταν βουλιαγμένος σε χρέη. Διάχυτα στους φτωχότερους ήταν τα αιτήματα για αναδασμό της γης και διαγραφή των χρεών, αλλά καμμία άλλη πόλιτεία δεν τα είχε ικανοποιήσει. Είναι λοιπόν ευνόητο ότι οι αρχές σε πολλές ελληνικές πόλεις θορυβήθηκαν με τις νίκες του Κλεομένη και υπό το φόβο κοινωνικής επανάστασης, ανασυντάχθηκαν γύρω από την Αχαϊκή Συμπολιτεία.
Ο Άρατος, για να αντιμετωπίσει στρατιωτικά τον Κλεομένη, ζήτησε τη βοήθεια του παλιού εχθρού του, της Μακεδονίας. Ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Αντίγονος Δώσων, εξεστράτευσε στη νότια Ελλάδα, πέρασε τον ισθμό και περιόρισε τον Κλεομένη στα νότια. Η αποφασιστική μάχη δόθηκε στη Σελασσία το 222π.Χ., οπότε ο σπαρτιατικός στρατός αποδεκατίστηκε. Ο Κλεομενης διέφυγε στην Αίγυπτο, όπου έζησε εξόριστος στην αυλή του Πτολεμαίου Γ΄, με την ελπίδα ότι θα τον βοηθήσει να ανακτήσει το θρόνο του. Ο σύμμαχός του, όμως, πέθανε την ίδια χρονιά (222π.Χ.) και ο διάδοχός του, Πτολεμαίος Δ΄ είχε εχθρικές προθέσεις απέναντι του και τον περιόρισε στα ανάκτορα. Το 219π.Χ. ο Κλεομένης, αφού κατόρθωσε να ξεφύγει, ξεσήκωσε το λαό της Αλεξάνδρειας σε στάση, αλλά απέτυχε. Πριν να συλληφθεί προτίμησε την αυτοκτονία, ενώ ο Πτολεμαίος Δ΄ σκότωσε τα παιδιά του.
Οι ιστορικοί της αρχαιότητας (όπως π.χ. ο Πολύβιος), αλλά και της σύγχρονης εποχής συχνά απεικόνισαν τον Κλεομένη ως έναν κοινωνικό επαναστάτη. Ορισμένοι σύγχρονοι μελετητές έφτασαν στο σημείο να μιλήσουν για αρχαίο ... σοσιαλισμό. Αν και τα κοινωνικά μέτρα που πήρε ο Κλεομένης ήταν σημαντικά και ρηξικέλευθα για την εποχή του, θα πρέπει να συγκρατήσουμε ότι αφενός σκοπός του δεν ήταν η αναμόρφωση της πόλης εκ βάθρων (δεν απελευθέρωσε είλωτες, παρά μόνο εν απελπισία πριν τη Σελασσία), αλλά η αναβίωση του παλιού της, αριστοκρατικού μεγαλείου. Αφετέρου, δεν επιδίωξε την ισοπέδωση των πολιτικών τάξεων, αλλά την ανακουφίση των φτωχών και την παροχή ευκαιρίων για νέο ξεκίνημα.
Η ζωή του Κλεομένη μας δείχνει ότι μπορεί κανείς να πάρει σημαντικότερα μαθήματα από τις αποτυχίες παρά από τις επιτυχίες. Η αποτυχία του Κλεομένη στους πολιτικούς, οικονομικούς και εντέλει στρατιωτικούς στόχους του οφείλεται ότι δεν εξασφάλισε κάλυψη έναντι των αντιπάλων του. Ένα μικρό κράτος σε παρακμή, όπως η Σπάρτη του 3ου αιώνα, δεν επρόκειτο να επιβληθεί μονάχο έναντι της Μακεδονίας. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ο Κλεομένης δεν πέτυχε πολλά στα λίγα χρόνια που κυβέρνησε: οι σύγχρονοι τον αποκαλούν «τελευταίο μεγάλο βασιλιά της Σπάρτης». Τίποτα, όμως, δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς την καθοριστική επιρροή της δυναμικής Αγιάτιδας, άλλο ένα παράδειγμα δυναμικής γυναίκας που έδρασε στα παρασκήνια της εξουσίας.
Για τον Κλεομένη Γ΄ και τη ζωή του ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- Paul Cartledge – Sparta and Laconia, a regional history (Routledge)
- Κ. Κολλιόπουλος – Η υψηλή στρατηγική της αρχαίας Σπάρτης (Ποιότητα)
- Frank Walbank – Ο ελληνιστικός κόσμος (Βάνιας)
- Graham Shipley – Ο ελληνικός κόσμος μετά τον Αλέξανδρο (ΜΙΕΤ)
Αν σας αρέσει η λογοτεχνία διαβάστε το μυθιστόρημα της Λιλής Μαυροκεφάλου Κλεομένης Γ΄ από τις εκδόσεις Κέδρος.
Η εικόνα: νόμισμα της Σπάρτης με την κεφαλή του Κλεομένη Γ΄.
Γιάννης Δρίτσουλας
Recent comments