Στο προηγούμενο κείμενο μας είχε απασχολήσει η δυναμικότητα της αρχαίας ελληνικής θρησκείας: οι κατακτητές Έλληνες υιοθέτησαν κι αφομοίωσαν στη δική τους λατρεία, το δωδεκάθεο, στοιχεία και σύμβολα της προηγούμενης λατρείας, που ήταν μητριαρχική, ηπιότερη και αποσκοπούσε εν πολλοίς στην αποτροπή του κακού. Στην αρχαία ελληνική, όπως σε κάθε πολυθεϊστική, προχριστιανική κοινωνία, υπήρχαν ποικίλες μορφές λατρείας, που συμπεριελάμβαναν εκτός από τους «παλαιούς» και νέους ή/και ξένους θεούς, οι δε μορφές αυτές λατρείας δεν ήταν ποτέ αποκλειστικές. Η ανάμιξη διάφορων μορφών λατρείας είναι ευκρινέστερη στις αρχαίες ελληνικές γιορτές. Σε αυτών τους συμβολισμούς θα επικεντρωθούμε σήμερα.
Η αντίθεση ανάμεσα στις «ολύμπιες» και τις «χθόνιες» λατρείες γίνεται πιο κατανοητή αν παρατηρήσει κανείς τα βασικά χαρακτηριστικά κάθε κατηγορίας. Ενώ οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν τους ολύμπιους θεούς σε ναούς και κυρίως σε βωμούς, όπου και τοποθετούσαν τα σφάγια για πύρινη θυσία, απαγγέλλοντας προσευχές, οι χθόνιες θεότητες λατρεύονταν σε σπηλιές και τρύπες, με θυσίες σε χαμηλή εσχάρα, χωρίς προσευχές και χωρίς πυρά.
Η θυσία προς τους ολύμπιους θεούς ισοδυναμούσε με πρόσκληση να συμμετάσχουν στη γιορτή. Στο κεφάλι του θυσιαζόμενου ζώου σκορπούσαν χοντρό κριθάλευρο, ώστε να μοιραστούν με τους θεούς τους καρπούς της γης. Οι πιστοί δοκίμαζαν λίγο κρέας (δείχνοντας ότι συντρώγουν με τους θεούς), τους αφιέρωναν ένα μικρό κομμάτι κι έπειτα κατανάλωναν το υπόλοιπο συνοδεία κρασιού. Αντίθετα, η θυσία προς τους χθόνιους θεούς δεν συνεπαγόταν γιορτή ούτε κατανάλωση του σφάγιου, ενώ δεν επιτρεπόταν κρασί (η θυσία αυτή ονομαζόταν «νηφάλια»). Ενώ η τελετή για τους ολύμπιους γινόταν με το φως του ήλιου και το σφάγιο ήταν λευκό, η τελετή για τους χθόνιους γινόταν με το φως της σελήνης και με σφάγιο μαύρο. Η τελετή προς τους τελευταίους σκοπό είχε την αποτροπή του κακού, γι’ αυτό κι αυτοί ονομάζονταν αποτρόπαιοι ή αποπομπαίοι.
Ορισμένες ολύμπιες τελετές υιοθέτησαν χαρακτηριστικά χθόνιων λατρειών. Πάρτε για παράδειγμα τα Διάσια, μια εορτή προς τιμήν του Μειλίχιου Δια, που λάβαινε χώρα κάθε Μάρτιο στην Αθήνα. Η τελετή γινόταν νύχτα και «μέσα σε παγερή θλίψη» («στυγερά», από τα νερά της Στύγας, που είναι παγερά). Η θυσία προς τον (κατ’ ευφημισμό) Μειλίχιο Δία γινόταν για εξιλέωση για ανθρωποκτονίες μεταξύ συγγενών. Στις πιο πρώιμες αναπαραστάσεις της εορτής, ο Δίας συμβολίζεται μ’ ένα φίδι ή ακολουθείται απ’ αυτό. Ως γνωστόν, το φίδι είναι σύμβολο χθόνιας λατρείας, γνώσης και δύναμης. Σκοπός ήταν ο εξορκισμός του κακού, η κάθαρση, γι’ αυτό και στην τελετή χρησιμοποιούσαν λουίζα, ένα φυτό με εξαιρετικά καθαρτικές ιδιότητες.
Τα Ανθεστήρια πάλι, ήταν μια ανάλογη γιορτή προς τιμήν του Διονύσου. Διαιρούνταν σε τρία μέρη, καθένα απ’ τα οποία διαρκούσε μία ημέρα. Την πρώτη μέρα, στα «Πιθοίγια» γινόταν το άνοιγμα των πίθων με το νέο κρασί. Τη δεύτερη μέρα, στις «Χοές» γίνονταν αγώνες οινοποσίας με κύπελα (χοές), ενώ την τρίτη μέρα, στους «Χύτρους» γίνονταν δραματικοί αγώνες («χύτρινοι»).
Τα Πιθοίγια ήταν τελετή εξευμενισμού των νεκρών, καθώς οι πίθοι αρχέγονα ήταν χωμένοι βαθιά στο έδαφος, σαν τάφοι. Αρκετοί πρωτόγονοι ζούσαν μέσα σε πιθάρια (αργότερα και ο φιλόσοφος Διογένης) και τους έθαβαν σ’ αυτά. Ο χύτρος, δηλαδή η χύτρα με δημητριακά και σπόρους, δεν προσφέρονταν στον τιμώμενο Διόνυσο, αλλά στον ψυχοπομπό Ερμή του Κάτω Κόσμου. Ανάλογες χύτρες άφηναν οι αρχαίοι Έλληνες στα τρίστρατα προς τιμήν της σκοτεινής θεάς Εκάτης (τα λεγόμενα δείπνα της Εκάτης). Εκτός από κατσαρόλες, χύτρους ονόμαζαν οι αρχαίοι και τις φυσικές τρύπες στο έδαφος, όπου και γίνονταν οι τελετές. Κατά τα Ανθεστήρια, πιστευόταν ότι περιφέρονται τα φαντάσματα των νεκρών και οι Κήρες, τις οποίες προσπαθούσαν να εξευμενίσουν με θυσίες και προσφορές. Βλέπουμε λοιπόν ότι τα Ανθεστήρια είχαν μια υπόγεια λειτουργία αποτροπής εκτός από γιορτή κρασιού.
Εκτός από τις παραπάνω γιορτές, υπήρχαν και οι παραδοσιακές γιορτές συγκομιδής, κυριότερη από τις οποίες ήταν τα Θαργήλια. H γιορτή γινόταν την εποχή συγκομιδής των σιτηρών (Μάιο-Ιούνιο) και ήταν αποτροπαϊκή. Η εποχή της συγκομιδής προκαλούσε ανέκαθεν άγχος στις αγροτικές κοινωνίες, αφού από αυτήν εξαρτιόταν η επιβίωσή τους (κατά την παροιμία «θέρος, τρύγος, πόλεμος»).
Έτσι λοιπόν έδιναν μεγάλη σημασία στον εξευμενισμό του κακού, προσφέροντας τους πρώτους καρπούς. Κλαδιά στολισμένα με μαλλί (οι ονομαζόμενες «Ειρισιώνες») περιφέρονταν στην πόλη και κρέμονταν στις πόρτες ως φυλαχτό από παιδιά με ζωντανούς και τους δύο γονείς (η όποια επαφή με θάνατο θεωρείτο κακοτυχία). Οι πρώτοι καρποί σχετίζονται με τις πρωτόγονες, χορτοφαγικές κοινωνίες, που δεν ήξεραν από αρτοποιία και οινοποιία. Η προσφορά τους συνέχισε – σε αναμνηση της παλιάς ζωής – και μετά την καθιέρωση της κρεοφαγίας, του ψωμιού και της οινοποσίας. Αντί για κρέας και ψωμί πρόσφεραν κριθάλευρο και δεν συνόδευαν τις θυσίες τους με κρασί, αλλά με μέλι, παραδοσιακή προσφορά για τους νεκρούς. Το μέλι καθιερώθηκε ως νεκρική προσφορά, καθώς χρησιμοποιείται και στο βαλσάμωμα, αφού εμποδίζει τη σήψη.
Στην Αθήνα κατά τη μυθολογική παράδοση η πύρινη θυσία και άλλες πολλές καινοτομίες του πολιτισμού, όπως η κρεοφαγία, η αρτοποιία και ο θεσμός του γάμου, αποδίδονται στο βασιλιά Κέκροπα, ο οποίος καθιέρωσε τη λατρεία του δωδεκάθεου. Ο Κέκροπας θεωρείτο εξαιρετικά σοφός• μισός άνθρωπος και μισός φίδι, συμβολίζει τη μετάβαση των Ελλήνων από μία ημιάγρια φάση σε μια «πολιτισμένη».
Εκτός από την προσφορά των πρώτων καρπών, τα Θαργήλια σκοπό είχαν τον καθαρμό της πόλης από κάθε μίασμα. Σ’ αυτόν τον τομέα κομβικό ρόλο έπαιζε ο Φαρμακός. Στο αποκορύφωμα της γιορτής δύο φαρμακοί, ένας άντρας και μία γυναίκα, οδηγούνταν από το πλήθος των πιστών εκτός πόλης, όπου κατά την παράδοση θανατώνονταν. Τα πρόσωπα αυτά ήταν τα εξιλαστήρια θύματα, το τίμημα για την κάθαρση της πόλης, ένα είδος αποδιοπομπαίου τράγου. Στο πρόσωπο αυτών των ανθρώπων εκφραζόταν μια αποδεκτή μορφή πλήρους αδικίας, αηδίας και περιφρόνησης• ηταν τα καθάρματα, δηλαδή ό,τι απέμενε από τον καθαρμό της πόλης.
Από που προέρχεται η τελετή του Φαρμακού στην Αθήνα; Πιθανότατα από το μύθο του Ανδρόγεω, γιού του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα, που φονεύτηκε στην Αθήνα. Έκτοτε στέλνονταν νέοι και νέες της Αθήνας στην Κρήτη ως εξιλαστήρια θύματα, με προεξάρχοντα το Θησέα. Πίσω από το μύθο κρύβεται το γεγονός ότι κατά την αρχαιότητα η Κρήτη ήταν η μεγαλύτερη έδρα τελετών κάθαρσης, ενώ μεγάλοι «καθάρτες» ήταν Κρήτες, όπως ο Επιμενίδης, που καθάρισε την Αθήνα από το Κυλώνειο άγος.
Η τελετή αυτή, όμως, δεν περιοριζόταν μόνο στα Θαργήλια ούτε μόνο στην Αθήνα: ανάλογες τελετές γίνονταν σ’ ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο κι όσο πιο πρωτόγονη η κοινωνία που τις εφάρμοζε, τόσο πιο πιθανό είναι να θανάτωνε τους φαρμακούς. Αν και για την κλασσική Αθήνα οι ανθρωποθυσίες θα πρέπει να αποκλεισθούν, εντούτοις δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τους πιο πρωτόγονους. Σε κάποιες πόλεις, πάντως, ήταν πιο ήπιες: στους Δελφούς π.χ. τη θέση του Φαρμακού έπαιρνε μια κούκλα. Κι αν νομίζετε ότι σήμερα δεν διατηρούνται παρόμοιες τελετές εξαγνισμού, δεν έχετε παρά να πάτε το Πάσχα σε κάποιο μέρος όπου καίνε το ομοίωμα του Ιούδα.
Εκτός από την εκδίωξη του εξιλαστήριου θύματος, στην αρχαία Ελλάδα είχε καθιερωθεί και ο τελετουργικός δαρμός τους. Ιερείς ή και απλοί πιστοί έδερναν τα θύματα με κλαδιά από πρασιές και συκιές, φυτά με έντονη μυρωδιά, των οποίων οι καρποί θεωρούνται καθαρτική τροφή. Στη σύγχρονη εποχή μπορεί κανείς να δει ακραιφνείς χριστιανούς και αλλόθρησκους να αυτομαστιγώνονται για καθαρμό.
Αν και βαθιά πατριαρχική, η αρχαία ελληνική κοινωνία επιφύλασσε στις γυναίκες το προνόμιο να έχουν δικές τους θρησκευτικές γιορτές, με αρχέγονους συμβολισμούς, όπου οι άνδρες δεν είχαν θέση. Οι σημαντικότερες από αυτές ήταν τα Θεσμοφόρια και τα Αρρηφόρια.
Τα Θεσμοφόρια ήταν πανάρχαια γιορτή, πριν την καθιέρωση του δωδεκάθεου και είχε σχέση με την αναγέννηση. Διαιρούνταν κι αυτή σε τρία μέρη, που κρατούσε μία μέρα το καθένα: την Κάθοδο, την Άνοδο και την Καλλιγένεια ( = καλή γέννα). Ειδικά καθαρμένες γυναίκες σε κάποια στιγμή της γιορτής κατέβαζαν χοίρους σε σχισμές της γης προς τιμήν των χθόνιων θεών. Ανακάτευαν τις σάρκες των χοίρων με σπόρους και, αφού είχε προηγηθεί αυστηρή νηστεία κατά τη δεύτερη μέρα (κατά την οποία έκλειναν τα δικαστήρια και απελεθερώνονταν οι φυλακισμένοι), την τρίτη ημέρα γινόταν η νέα σπορά. Η προσφορά αυτή είχε καθαρά αποτροπαϊκό χαρακτήρα και σκόπευε στην καρποφορία και τη γενικότερη ευημερία.
Κατά τα Αρρηφόρια, νεαρές παρθένες της αριστοκρατίας της πόλης επιλέγονταν για να υφάνουν το πέπλο για το άγαλμα της θεάς Αθηνάς. Κεντρική υποχρέωσή τους στη γιορτή ήταν να μεταφέρουν ένα επτασφράγιστο κιβώτιο με τα ιερά σκεύη της θεάς, το οποίο δεν έπρεπε επ’ ουδενί ν’ ανοίξουν. Κατά το θρύλο, στο κιβώτιο υπήρχε ένα φίδι, που κατασπάραξε μια περίεργη κόρη, που έκανε το λάθος να παρακούσει τις οδηγίες.
Πριν αντιμετωπίσετε όλ’ αυτά ως γελοίες προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες, σκεφτείτε το εξής: οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν μια αφηρημένη λέξη για τη θρησκεία• χρησιμοποιούσαν συνήθως την ευσέβεια («ευσεβές») και την ιερότητα («όσιον»). Εκλάμβαναν την ευσέβεια προς τους θεούς ως τμήμα της καθημερινής τους ζωής και λειτουργούσαν όπως κάθε απλό μέλος μιας αγροτικής κοινωνίας: είχαν αγωνία για την καλή εξέλιξη της συγκομιδής (απ’ αυτήν εξαρτιόταν η επιβίωσή τους) και μεγάλη ανάγκη να αποτραπεί το κακό, ο αρχέγονος φόβος τους και να επικρατήσει το αγαθό. Τηρουμένων των αναλογιών, σ’ αυτά τα ζητήματα δεν διαφέρουμε και πολύ απ’ αυτούς.
Για τις αρχαίες ελληνικές γιορτές ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- Τσάρλιν Σπρέτνακ – Οι χαμένες θεές της πρώϊμης Ελλάδας (Απόπειρα)
- Walter Burkert – Μυστηριακές λατρείες της αρχαιότητας (Καρδαμίτσα)
- Jane Ellen Harrison – Οι μυθολογικές όψεις του πεπρωμένου (Ιάμβλιχος)
- Jane Ellen Harrison – Αρχαίες ελληνικές γιορτές (Ιάμβλιχος)
- Τζ. Κούπερ – Λεξικό συμβόλων (Πύρινος Κόσμος)
- Juan Eduardo Cirlot – Λεξικό συμβόλων (Κονιδάρης)
Η εικόνα στην αρχή: Ο Μειλίχιος Δίας ως φίδι (από την ιστοσελίδα www.sansimera.gr).
Γιάννης Δρίτσουλας
Add new comment