Άρτος, θεάματα και κτίσματα: Αθήνα και Κόρινθος την εποχή των τυράννων

Κάνοντας βόλτα στην πλατεία, όλο και κάποιον – συχνά ηλικιωμένο – θα ακούσει κανείς ν’ αναπολεί τις «παλιές, καλές μέρες», όταν όλα ήταν ρόδινα, γιατί υπήρχε τάξις και πειθαρχία, κοιμόμαστε με ανοιχτές τις πόρτες και το κράτος δούλευε καλά. Τις περισσότερες φορές όσοι διηγούνται δεν έχουν ζήσει την εποχή που αναπολούν ή δεν έχουν συναίσθηση τι ακριβώς συνέβαινε τότε. Άλλοι πάλι δαιμονοποιούν πρόσωπα και εποχές για κάθετι κακό, για να εξηγήσουν δυσεξήγητα πράγματα του παρόντος. Αυτή δεν είναι πρόσφατη συνήθεια• την είχαν ασφαλώς και οι αρχαίοι Έλληνες. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να καταλάβει κανείς αυτή τη νοοτροπία απ’ το να μελετήσει την αρχαϊκή εποχή• στις επόμενες γραμμές θα περιηγηθούμε σ’ αυτήν ακριβώς την εποχή. Tην εποχή των τυράννων.

Η λέξη τύραννος δεν είναι ελληνική: πιθανότατα είναι λυδική ή πάντως ανατολικής προέλευσης. Σημαίνει ο άνδρας που παίρνει πραξικοματικά την εξουσία και κυβερνά εφεξής μόνος του. Αρχικά, στην αρχαϊκή εποχή (8ος -6ος αι. π.Χ.), δεν είχε τόσο αρνητική χροιά. Την εποχή εκείνη στις περισότερες πόλεις – κράτη ο θεσμός της βασιλείας είχε ξεπέσει. Μια ομάδα αριστοκρατών κυβερνούσε, έχοντας στις τάξεις της έναν «βασιλιά» με θρησκευτικές κυρίως αρμοδιότητες. Ενώ η ελίτ έριζε για τα μερίδια εξουσίας, ο υπερπληθυσμός των πόλεων και οι αγροτικές κρίσεις ήταν πολύ μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Μία από τις λύσεις ήταν ο αποικισμός• δευτερότοκοι και ακτήμονες άφηναν τη μητρόπολη για μία νέα πόλη, αυτό, όμως, έλυσε μερικώς το πρόβλημα. Οι ταραχές ανάμεσα σε αριστοκράτες γαιοκτήμονες και νεόπλουτους εμπόρους οξύνθηκαν και νομοθέτες κλήθηκαν να συμβιβάσουν τις διαφορές, θέτοντας για πρώτη φορά γραπτά όρια. Κι αυτοί όμως πέτυχαν λίγα και για λίγο.

Όταν οι συγκρούσεις μεταξύ αριστοκρατών και λαού έφτασαν στην κορύφωσή τους, εμφανίσθηκαν οι τύραννοι. Αριστοκράτες στην καταγωγή, επέλεξαν να προσεταιριστούν το λαό, τους εμπόρους, τους οπλίτες. Χάρη στη λαϊκή οργή που πυροδοτήθηκε από τη διαφθορά και τις διαμάχες των ελίτ, κάθε τύραννος άρπαξε την εξουσία, βασιζόμενος σε μία νέα κοινωνική ομάδα: τους οπλίτες, όσους δηλ. είχαν αρκετά χρήματα για να αγοράσουν τη δική τους πανοπλία και σχημάτιζαν πλέον τη φάλαγγα, ένα στρατιωτικό σχηματισμό που έδινε έμφαση στη συλλογική προσπάθεια και όχι στην ατομική προβολή του αριστοκράτη πολεμιστή παλαιότερων εποχών.

Πώς, όμως, απέκτησαν την εξουσία οι τύραννοι; Τα παραδείγματα της Κορίνθου και της Αθήνας είναι χαρακτηριστικά.

Η Κόρινθος ήταν μια πλούσια, λόγω της στρατηγικής θέσης της πόλη, πρωτοπόρος στο ναυτικό εμπόριο και την κεραμική. Την κυβερνούσε μια αριστοκρατική φατρία, οι Βακχιάδες, που ίσως είλκαν την καταγωγή τους από κάποιο βασιλιά Βάκχη. Ένα υποδεέστερο μέλος της οικογένειας, που διακρίθηκε ως πολέμαρχος σε εγχώριες ταραχές και εκστρατείες, ο Κύψελος, καταλαμβάνει την εξουσία γύρω στο 620π.Χ. χάρη στους στρατιώτες του. Όντας πολύ δημοφιλής ως πολέμαρχος (αξίωμα με στρατιωτικά και δικαστικά καθήκοντα), αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Κορίνθου με τη θέληση του λαού. Βοήθησε σ’ αυτό και ένας χρησμός του μαντείου των Δελφών, που ερμηνεύθηκε κατάλληλα.

Όλες οι πηγές τον χαρακτηρίζουν συνετό, μετριοπαθή και δίκαιο. Αρχικά, κυκλοφορούσε χωρίς φρουρά. Έπρεπε, όμως, να βρει πόρους και να εξασφαλίσει τη θέση του. Γι’ αυτό όρισε όλοι να έχουν μια δουλειά και να μην ασχολούνται με την πολιτική. Κυνήγησε ανηλεώς τους αριστοκράτες, ενώ παράλληλα επέβαλε τη δεκάτη ως φόρο επί της αγροτικής παραγωγής. Με τα φορολογικά έσοδα έκανε θρησκευτικά έργα στην πόλη και δωρεές σε ιερά και μαντεία, ένα μέρος αυτών, όμως, το κράτησε για την οικογένειά του. Στις πολυάριθμες αποικίες της Κορίνθου στη Δύση (Κεφαλληνία, Λευκάδα, Ανακτόριο κ.α.) τοποθέτησε οικιστές από την οικογένειά του, για να τις ελέγχει οικονομικά και πολιτικά. Η Κόρινθος στα χρόνια του γνώρισε μεγάλη άνθηση, αλλά κάτι οι περιορισμοί, κάτι ο ραγδαίος πολλαπλασιασμός της προσωπικής του περιουσίας, γέννησαν τη λαϊκή δυσαρέσκεια που τον ανάγκασε να αποκτήσει μια φρουρά από δορυφόρους για προστασία.

Ο γιος του, Περίανδρος, κληρομόμησε την εξουσία ως ώριμο φρούτο. Θήτευσε, βέβαια, κι αυτός ως πολέμαρχος, είχε δε τέτοια χαρίσματα, ώστε να θεωρείται ένας απ’ τους 7 σοφούς της αρχαιότητας. Στηρίχθηκε κυρίως στους πλούσιους εμπόρους και τους οπλίτες. Φρόντισε να αποσύρει τα έκτακτα οικονομικά μέτρα του πατέρα του, επέτρεψε μια «επιστροφή στην κανονικότητα» αίροντας τις απαγορεύσεις και φορολόγησε τους πλούσιους εμπόρους, καταμερίζοντας έτσι τον πλούτο. Ήταν, όμως, τόσο σκληρός προς τους εχθρούς του, που κυκλοφορούσε εξαρχής συνοδεία 300 δορυφόρων και ζούσε σε παλάτι-φρούριο.

Βάζοντας όλους τους Κορίνθιους να εργάζονται στους αγρούς και στα δημόσια έργα, οι δύο τύραννοι δημιούργησαν μια νέα αγορά από μνημειώδη αρχιτεκτονικά μνημεία, με ναούς, τελεστήρια, στοές κ.α. Ο Περίανδρος ένωσε τα δύο λιμάνια της πόλης, τις Κεχρεές στο Σαρωνικό Κόλπο και το Λέχαιο στον Κορινθιακό με τη Δίολκο, έναν φαρδύ δρόμο, όπου μεταφέρονταν τα πλοία πάνω σε πασάλους. Τα φημισμένα κορινθιακά αγγεία ταξίδευαν μέσω των αποικιών σ’ όλη τη Μεσόγειο και οι Κορίνθιοι ναυπηγοί έφτιαξαν τις πρώτες τριήρεις, επεκτείνοντας το εμπόριο και την πολεμική τους ισχύ. Ο Περίανδρος, επίσης, ήταν προστάτης των τεχνών διατηρώντας στην αυλή του τους ποιητές Αρίωνα και Ανακρέοντα, ενώ εγκαθίδρυσε τη λατρεία του Διονύσου, του πιο «λαϊκού» θεού, συμβάλλοντας στη διάδοση του διθυραμβου και των αγροτικών εορτών.

Από την Κόρινθο των τυράννων ελάχιστα σώζονται σήμερα. Ο Ρωμαίος στρατηγός Μόμμιος κατέστρεψε εκ θεμελίων την πόλη το 146π.Χ. μετά την τελευταία μάχη της ελεύθερης Ελλάδας κι έτσι τα ερείπια της πόλης σήμερα είναι κυρίως ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής. Από το μεγαλείο των Κυψελίδων σώζεται μία φιάλη, που αφιέρωσε ο Κύψελος στην Ολυμπία και βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Βοστώνης.

Πιο βόρεια, στην Αττική, τα πράγματα δεν εξελίσσονται πολύ διαφορέτικά. Τον 7ο αι. π.Χ. η πόλη διοικούνταν από μια αριστοκρατική ολιγαρχία, τους Ευπατρίδες, που λειτουργούσαν σε συμβούλιο, εκπροσωπούνταν από τρεις άρχοντες και συμμετείχαν στο ανώτατο δικαστήριο, τον Άρειο Πάγο. Οι οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις του αιώνα αυτού δεν ώθησαν την πόλη να ιδρύσει αποικίες. Ένας πρώην Ολυμπιονίκης, ο Κύλων, νόμισε οτι μπορεί να καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία, όπως και ο πεθερός του Θεαγένης, τύραννος των Μεγάρων. Αλλά η κίνησή του γύρω στα 630π.Χ. ήταν τελείως ανοργάνωτη και χωρίς λαϊκή στήριξη, οπότε καταπνίγηκε στο αίμα. Κλήθηκε τότε ένας νομοθέτης, ο Δράκων, να θέσει για πρώτη φορά γραπτούς νόμους ως όρια στις έριδες των κοινωνικών ομάδων. Οι νόμοι αυτοί, όμως, πέραν του ότι ήταν σκληροί (έως σήμερα «δρακόντειος» είναι ο σκληρός νόμος), δεν έλυσαν τα προβλήματα. Μετά από αλλεπάλληλες αγροτικές κρίσεις κι υπερχρέωση των φτωχών η πόλη όδευε σε εμφύλιο. Ως διαιτητής κλήθηκε να βγάλει τα κάστανα απ’ τη φωτιά ο Σόλων, ένας ξεπεσμένος αριστοκράτης, ο οποίος κατήργησε τα περισσότερα απ’ τα δρακόντεια μέτρα και προσπάθησε να τηρήσει ισορροπίες, χωρίς να ικανοποιεί κανέναν. Για να μην πιεστεί να αλλάξει τη νομοθεσία του, ο Σόλων μετανάστευσε.

Οι ταραχές, όμως, συνεχίζονταν αμείωτες, μεταξύ των αριστοκρατικών φατριών, των «Πεδινών» και των «Παραλίων», που πάλευαν για την εξουσία. Ενώ διαρκούσε η διαμάχη, εμφανίσθηκε στο προσκήνιο ο Πεισίστρατος, αριστοκράτης κι αυτός, αλλά αρχηγός μιας «λαϊκής» παράταξης, των «Ορεινών» και ήρωας του πολέμου κατά των Μεγάρων. Χάρη σ’ ένα κόλπο εξασφάλισε προσωπική φρουρά και κατέλαβε την Ακρόπολη, το σύμβολο της αθηναϊκής εξουσίας. Ακόμη κι έτσι, όμως, εκδιώχθηκε δύο φορές απ’ την πόλη, αλλά κατάφερε να επανέλθει. Το τίμημα ήταν ένας γάμος με την κόρη του κυριότερου αριστοκράτη ανταγωνιστή του, του Μεγακλή. Επέστρεψε πάνω σε άρμα, το οποίο οδηγούσε μια νέα κοπέλα, που υποδυόταν τη θεά Αθηνά• αρκετοί εύπιστοι Αθηναίοι πίστεψαν ότι ήταν θεϊκό θέλημα κι έτσι έγινε ξανά τύραννος.

Αν και απόλυτος έναντι των αντιπάλων του, ο Πεισίστρατος κράτησε αναλλοίωτη τη νομοθεσία του Σόλωνα στο μεγαλύτερο μέρος της (οι κακές γλώσσες λένε ότι ορισμένοι νόμοι του Σόλωνα είναι στην πραγματικότητα του τυράννου) και γενικά κυβέρνησε με σεβασμό στην καθεστηκυία τάξη. Προκειμένου να συγκεντρώσει κεφάλαια για τη διακυβέρνησή του, χρησιμοποίησε μεταλλευτικά έσοδα από αποικίες στη Θράκη, τη φιλία του τυράννου της Νάξου Λύγδαμι και άλλων ηγεμόνων, εισέπραξε οφειλές και φορολόγησε τα πάντα: από τις γεννήσεις και τα σπίτια, μέχρι τις δημόσιες υπηρεσίες. Κατοικώντας στην Ακρόπολη, όπου φυλασσόταν ο θησαυρός της πόλης, είχε στη διάθεσή του όλους τους πόρους κι ένα φρούριο γι’ ασφάλεια.

Όπως κάθε τύραννος που σέβεται τον εαυτό του, γέμισε την πόλη κτήρια. Από τους ναούς του Ολύμπιου Δία και της Αθηνάς Πολιάδος και τα ιερά του Διονύσου και της Αφροδίτης των Κήπων στην Ακρόπολη ως τη συνοικία κοντά στον Ιλισσό και το ιερό του Απόλλωνα και τη Βασίλειο Στοά στην Αρχαία Αγορά, η Αθήνα άλλαξε πρόσωπο. Οι ναοί στην Ακρόπολη και την Αγορά καταστράφηκαν από τους Πέρσες στα Μηδικά και ξαναφτιάχθηκαν τον 5ο αι. π.Χ. – τι ειρωνία! – από έναν απόγονο του Μεγακλή, τον Περικλή. Στο μονοπάτι των Παναθηναίων, θεμελιώθηκε από τον Ιππία, διάδοχο του Πεισίστρατου, ο ναός των Δώδεκα Θεών το 522π.Χ. Αποτελούσε το σημείο μηδέν για κάθε δρόμο της Αττικής. Ανακαινίσθηκε κατά την κλασική και την ελληνιστική εποχή για να ανακαλυφθούν τα ερείπιά της στη διαδρομή του ΗΣΑΠ μεταξύ Θησείου και Μοναστηρακίου. Το σύγχρονο ελληνικό κράτος, όμως, δεν ήθελε να αλλάξει ο ρούς των γραμμών του τραίνου κι έτσι ο ναός αυτός μπαζώθηκε.

Ο τύραννος, όμως, ήταν υπεύθυνος και για τα έργα ύδρευσης της Αθήνας. Στην Αγορά υπήρχε κρήνη των νερών του Ιλισσού, απ’ όπου ξεκινούσαν κανάλια ύδρευσης όλης της αρχαίας πόλης. Κατά τη διάρκεια των εργασιών για το μετρό στο κέντρο, ανακαλύφθηκε το τμήμα ενός τέτοιου καναλιού• όποιος περνά από το σταθμό «Ευαγγελισμού» μπορεί να το δεί.

Ο Πεισίστρατος συνέβαλε και στη διάδοση της διονυσιακής λατρείας. Όπως ο Περίανδρος, είχε διάφορους ποιητές στην αυλή του, ενώ ενθάρρυνε τις διονυσιακές γιορτές, τα Μεγάλα και τα Μικρά Διονύσια. Την εποχή του έζησε ο Θέσπις, που πρώτος στάθηκε απέναντι από το χορό για ν’ απαγγείλει στίχους, δημιουργώντας το πρώτο δράμα. Ο Πεισίστρατός όρισε για πρώτη φορά να καταγραφούν τα ομηρικά έπη, ενώ ο ίδιος είχε μια εξαιρετική προσωπική βιβλιοθήκη.

Τι ήταν τελικά οι τύραννοι; Ήταν αιμοσταγή τέρατα ή σωτήρες των πόλεων; Μια πρώτη απάντηση είναι: τίποτε από τα δύο. Η κακή εμπειρία τυράννων της κλασικής εποχής αμαύρωσε την έννοια του τυράννου, δίνοντάς της την άσχημη χροιά που έχει ως σήμερα. Υπήρξαν, εντούτοις, πολλοί μεταγενέστεροι Αθηναίοι, που αναπολούσαν τις "παλιές, καλές εποχές" πριν τη δημοκρατία. Στην πραγματικότητα, οι αρχαϊκοί τύραννοι, αν και σκληροί με τους εχθρούς, ιδίως τους αριστοκράτες, κυβέρνησαν ως επί το πλείστον μετριοπαθώς κι έλαβαν μέτρα για την ανακούφιση της πλειοψηφίας. Πήραν φιλολαϊκά μέτρα για να ελέγχουν τις μάζες των φτωχών, ενώ ταυτόχρονα περιόρισαν τη συμμετοχή τους στις πολιτικές αποφάσεις. Ζούσαν σε ακροπόλεις και φρούρια-παλάτια, ελέγχοντας τα κρατικά έσοδα, αναμειγνύοντάς τα ενίοτε με την προσωπική τους περιουσία, αλλά συγχρόνως αύξησαν την παραγωγή και το εμπόριο της πόλης, βοήθησαν την τάξη των οπλιτών να αποκτήσει φωνή και διέδωσαν τη «λαϊκή» διονυσιακή λατρεία, τις τέχνες και τα γράμματα. Γέμισαν τις πόλεις τους οικοδομήματα για προσωπική προβολή, αλλά και για προβολή της πόλης. Γιατί ολ’ αυτά; Γιατί οι αρχαίοι Έλληνες έδιναν σημασία στο «βλέμμα του άλλου» και στην απόδειξη του τι είναι ικανός ένας άνθρωπος ή μια πόλη να καταφέρει.

Για τους αρχαϊκούς τυράννους ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- Κλωντ Μοσσέ – Οι τύραννοι στη αρχαία Ελλάδα (Άστυ)
- Κλωντ Μοσσέ – Η αρχαϊκή Ελλάδα (ΜΙΕΤ)
- A. Andrewes – Η τυραννία στην αρχαία Ελλάδα (Καρδαμίτσα)
- Βερονική Βελισαροπούλου – Αρχιτεκτονικη και πολιτική στην αρχαία Ελλάδα (Καρδαμίτσα)
- J. Smith – Η Αθήνα στην εποχή των τυράννων (Ενάλιος)
Η εικόνα: τμήμα του Πεισιστράτου Υδραγωγείου στον ¨"Ευαγγελισμό".

Γιάννης Δρίτσουλας

Add new comment

Filtered HTML

  • Web page addresses and e-mail addresses turn into links automatically.
  • Allowed HTML tags: <a> <em> <strong> <cite> <blockquote> <code> <ul> <ol> <li> <dl> <dt> <dd>
  • Lines and paragraphs break automatically.

Plain text

  • No HTML tags allowed.
  • Web page addresses and e-mail addresses turn into links automatically.
  • Lines and paragraphs break automatically.