Η Ελλάδα της κρίσης και οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μέρος 1ο Η φάση των αυτοκρατοριών

Η μάχη μεταξύ Βυζαντινών και Αράβων στο ποταμό Λαλακάοντα το 863

Η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι μεγάλη και η απαρχή της εντοπίζεται περί το 1055 μ.Χ. (χρονολογία κατάληψης της Βαγδάτης και εδραίωσης της πρώτης αυτοκρατορίας των μεγάλων Σελτζούκων) με την άφιξη των πρώτων τουρκικών νομαδικών φυλών στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερις φάσεις αυτής της διαμάχης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας1. Η πρώτη φάση (φάση των αυτοκρατοριών), αφορά την περίοδο 1055-1453, χαρακτηρίζεται από αναδιπλώσεις και τραγικές ήττες των βυζαντινών (Μαντζικέρτ 1071) και ολοκληρώνεται με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453.

Η περίοδος αυτή από την πλευρά των Τούρκων2, αφορά την προσπάθεια εδραίωσης μιας τουρκικής αυτοκρατορίας η οποία θα απωλέσει τα χαρακτηριστικά της νομαδικής φυλής, θα αντικαταστήσει την παρακμάζουσα Βυζαντινή και θα αποτελέσει κύριο διεθνή παίχτη στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου και τη Μέσης Ανατολής. Σ αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο ότι ο Μωάμεθ ο Β΄ θεωρούσε εαυτόν συνεχιστή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, έδωσε σημαντικά προνόμια στο οικουμενικό πατριαρχείο ούτως ώστε να μπορέσει να ελέγξει τους χριστιανικούς πληθυσμούς, ενώ και η σημαία τόσο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, όσο και του σύγχρονου Τουρκικού κράτους αποτελεί το οικόσημο της Κωνσταντινούπολης. Γενικά, οι Τούρκοι μπόρεσαν να εδραιωθούν εκμεταλλευόμενοι κυρίως την διχόνοια μεταξύ των αντιπάλων τους και πιο συγκεκριμένα το βαθμό αποσάθρωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Πέραν τούτου, πρέπει φυσικά να τονιστεί ότι οι Οθωμανοί συνδύασαν αρκετές πολεμικές μεθόδους και τεχνολογίες, προηγμένες για την εποχή εκείνη (π.χ. δημιουργία των σπαχήδων3, τακτικές υποχώρησης – αντεπίθεσης, πυροβόλα όπλα κτλ).

Από την πλευρά του Βυζαντίου, η προσπάθεια ανάσχεσης της αναθεωρητικής συμπεριφοράς των Τουρκικών φυλών και διατήρησης του status-quo, είναι πλήρως αποτυχημένη. Το Βυζάντιο είχε φτάσει στην τελική ακμή του επί βασιλείας Βασιλείου του Β΄ (του Βουλγαροκτόνου). Η αυτοκρατορία το 1023 (χρονολογία κατάλυσης του Αιγυπτιακού Χαλιφάτου από τον Βασίλειο το Β΄) περιελάμβανε τη Νότια Ιταλία μέχρι την Ρώμη (περιοχές που ήταν υποτελείς στο Βυζάντιο), τα Βαλκάνια μέχρι τον ποταμό Δούναβη, την Ελλάδα, την Μικρά Ασία, τον Καύκασο, την Αρμενία, το σημερινό Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, τη Μεσοποταμία, όλη τη Μέση Ανατολή, την Αραβική χερσόνησο, την δυτική Περσία μέχρι την Τεχεράνη, την Αίγυπτο, την Βόρεια Αφρική και λίγες παραθαλάσσιες περιοχές της Ισπανίας, καθώς και την ανατολική Σικελία. Μέσα στα επόμενα 50 χρόνια η Αυτοκρατορία περιορίστηκε κυρίως στο Βαλκανικό χώρο και στα δυτικά παράλια της Μικρός Ασίας.

Η αποτυχία του Βυζαντίου να υπερασπιστεί τη θέση του απέναντι στην ορμητικότητα των Τουρκικών φυλών οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων.

Η περίοδος μετά τη βασιλεία του Βασιλείου του Β΄ χαρακτηρίζεται από έντονες φεουδαρχικές εμφύλιες διαμάχες διαδοχής στο θρόνο4. Από το 1057 ως το 1081 άλλαξαν πέντε αυτοκράτορες. Αυτές οι εμφύλιες διαμάχες είχαν ως αποτέλεσμα την εξασθένιση του στρατού αλλά και της εξωτερικής θέσης της αυτοκρατορίας. Οι εμφύλιες διαμάχες και η επέκταση της αυτοκρατορίας των Σελτζούκων και Οθωμανών Τούρκων, ουσιαστικά κατέλυσαν τον θεσμό των θεμάτων5. Αυτή η επέκταση σε συνδυασμό με τις εμφύλιες διαμάχες είναι ο λόγος της κατάρρευσης της στρατιωτικής δύναμης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας αφού οι θεματοφύλακες-στρατιώτες καταστράφηκαν και οι αγρότες έγιναν δουλοπάροικοι. Συνεπώς ο Βυζαντινός στρατός κατέληξε να είναι ένα συνονθύλευμα μισθοφορικών ομάδων6 χωρίς καμία συνοχή, πολλές φόρες με αντιπαλότητες μεταξύ τους, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που καθυστερήσεις πληρωμών σήμαιναν λεηλασίες σε εδάφη της αυτοκρατορίας.

Επιπλέον, οι προαναφερθείσες αυτοκρατορικές έριδες, η κρατική διαφθορά, η βάναυση (πολλές φορές) εκμετάλλευση του λαού από διάφορους κρατικούς αξιωματούχους (με αυτοκρατορικές βλέψεις) είχαν δημιουργήσει μια de facto εσωτερική απονομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας σε όλη σχεδόν την αυτοκρατορική επικράτεια, με εξαίρεση ίσως την πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη7. Η συστηματική παραμέληση των επαρχιών από τους αυτοκράτορες (εκτός από τα παραπάνω αποτελέσματα στο στρατό) επέτεινε το πρόβλημα αποξενώνοντας την περιφέρεια από την πρωτεύουσα (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι πολλοί αγρότες της Ανατολίας θεώρησαν πως οι Οθωμανοί θα ήταν καλύτεροι αφέντες). Οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι είχαν πετύχει την ανεξαρτησία τους, ενώ την εδαφική συρρίκνωση επέτεινε η Τουρκική αλλά και η κατοπινή Βενετική άνοδος.

Την όλη προαναφερθείσα κατάσταση επιβάρυνε και ο ρόλος της δύσης, με πιο σημαντική στιγμή (μετά το σχίσμα) την κατάληψη και λεηλάτηση της Κωνσταντινούπολης το 1204.

Οι πρώτοι δυτικοί, που εκμεταλλεύτηκαν την αδυναμία του Βυζαντίου ήταν οι Βενετοί (μετέπειτα και οι Γενουάτες). Ήδη από τα τέλη του 10ου αιώνα πέτυχαν ευνοϊκές εμπορικές συμφωνίες, ενώ η οικονομική επιρροή τους αυξάνονταν ανάλογα με την Βυζαντινή αναδίπλωση. Μέχρι την κατάληψη της πόλης οι Βενετοί είχαν πετύχει να ασκούν ελευθέρα εμπόριο στις θάλασσες τις αυτοκρατορίας χωρίς να πληρώνουν δασμούς στα αυτοκρατορικά λιμάνια8, ενώ έφτασαν να κατέχουν και περιοχές στον ελλαδικό χώρο9. Τελικά αυτός ο πρώιμος Βενετικός οικονομικός ιμπεριαλισμός, επέτεινε την οικονομική συρρίκνωση του Βυζαντίου, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην επιπλέον συρρίκνωση της βυζαντινής ισχύς, η οποία διαχρονικά στηρίζονταν στο εμπόριο και στην οικονομική δύναμη.

Οι ήδη τεταμένες σχέσεις με τη Ρώμη10 και τα δυτικά κράτη εντάθηκαν μετά το πρώτο εκκλησιαστικό σχίσμα του 867, συνεχιστήκαν με το τελικό σχίσμα του 1054 (που αποξένωσε περαιτέρω τη Βυζαντινή αυτοκρατορία) και ολοκληρώθηκαν με την άλωση της Πόλεως το 1204 από τους Σταυροφόρους11. Τα παραπάνω γεγονότα, και ειδικά η εμμονική αντίθεση του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης σε οποιαδήποτε σύμπραξη με δυτικό κράτος (με το γνωστό σύνθημα των ανθενωτικών «καλύτερα σαρίκι τούρκικο, παρά τιάρα παπική»), απομόνωσε διπλωματικά το Βυζάντιο, καθιστώντας αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια σύναψης εξισορροπητικών συμμαχιών με τη δύση.

Λίγο πριν την ολοκληρωτική καταστροφή, το Βυζάντιο είχε απομείνει ένα φάντασμα της παλιάς δόξας του. Η οικονομία είχε καταστραφεί, η κρατική διαφθορά είχε γιγαντωθεί, τα πραξικοπήματα ήταν επί ημερησίας διάταξης, οι επαρχίες είχαν παραμεληθεί αποξενωθεί και τελικά καταληφθεί από τους Τούρκους. Το Βυζάντιο είχε απομονωθεί διπλωματικά, ενώ ο στρατός στηρίζονταν πλέον αποκλειστικά σε μισθοφόρους. Συνεπώς, δεν προκαλεί έκπληξη η αδυναμία ανάσχεσης των Τούρκων, των οποίων η ορμή κατέστρεψε το Βυζάντιο απειλώντας τα επόμενα χρόνια ακόμα και την κεντρική Ευρώπη, μέχρι την τελική απόκρουση τους (στο μέγιστο της ακμής τους) στην πολιορκία της Βιέννης το 1683.

Υποσημειώσεις

1 Οι όροι «Τουρκία» και «Ελλάδα» χρησιμοποιούνται με έναν ευρύτερο τρόπο και αφορούν κυρίως την έννοια του έθνους, καθώς οργανωμένες κρατικές οντότητες Ελλάδας και Τουρκίας υφίστανται ταυτόχρονα από το 1922 και έπειτα.
2 Θεωρούμε ότι υπάρχει ιστορική συνέχεια μεταξύ Σελτζούκων και Οθωμανών Τούρκων, αν και πρόκειται για δύο διαφορετικά φύλα, στο πλαίσιο της διαμάχης με το Βυζάντιο και εδραίωσης στην περιοχή
3 Οι σπαχήδες απάρτιζαν το οθωμανικό ιππικό. Οργανώθηκαν σε σώμα το 14ο αιώνα σε φεουδαρχική βάση. Οι αξιωματικοί σπαχήδες κατείχαν φέουδα κατά το βυζαντινό πρότυπο. Οι σπαχήδες ήταν η αιχμή του οθωμανικού στρατού μέχρι το 16ο αιώνα.
4 Η βίαιη εναλλαγή αυτοκράτορα ως φαινόμενο, έχει της απαρχές του στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο αυτοκράτορας εκλεγόταν από το λαό και το στρατό (και τη σύγκλητο στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία). Έτσι, ο βυζαντινός στρατός πολλές φορές παρενέβαινε στις πολιτικές εξελίξεις ανατρέποντας τον αυτοκράτορα που θεωρούσε ότι δεν ήταν αρεστός
5 Τα θέματα ήταν αρχικά στρατιωτικές μονάδες, μετακινούμενες ανά την επικράτεια. Όταν οι μονάδες αυτές απέκτησαν μόνιμη εγκατάσταση, θέματα ονομάστηκαν οι περιοχές εγκατάστασής τους, οι οποίες εξελίχθηκαν σε διοικητικές περιφέρειες. Την ανώτατη πολιτική εξουσία του θέματος ασκούσε ο στρατηγός.
6 Κατά κύριο λόγο, ένα τυπικό σώμα Βυζαντινού στρατού αποτελούνταν πολλές φορές από Νορμανδούς, Βούλγαρους, Πετσενέγκους, Φράγκους, Αλανούς, Γότθους, Σλάβους, Χαζάρους, Τουρκομάνους Ούζους και Κουμάνους, καθώς και Ίβηρες από την Αρμενία.
7 Ακόμα και σε περιοχές υπό την άμεση αυτοκρατορική κατοχή, είχαν αναδεχθεί τοπάρχες, όπως ο Ισαάκιος Κoμνηνός, ο Λέων Σγουρός και ο Μανουήλ Μαυροζώμης που δεν αναγνώριζαν την αυτοκρατορική εξουσία και είχαν αποσχιστικές τάσεις
8 Με τα λεγόμενα χρυσόβουλα, διατάγματα δηλαδή των Αυτοκρατόρων του Βυζαντίου τα οποία γράφονταν σε περγαμηνή στην οποία φέρονταν εξαρτημένη χρυσή σφραγίδα.
9 Π.χ. Δουκάτο των Αθηνών, Πριγκιπάτο της Αχαΐας, Τριαρχία της Εύβοιας κτλ
10 Απαρχή της κρίσης στις σχέσεις Βυζαντίου και Δύσης θεωρείται η στέψη του Καρλομάγνου από Πάπα Λεόντιο τον Γ΄ τα Χριστούγεννα το 800 ως αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, κάτι που θεωρήθηκε από τους Βυζαντινούς, ως ευθεία αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους.
11 Οι σταυροφόροι κατόρθωσαν να καταλάβουν την Πόλη, εκμεταλλευόμενοι την πολιτική αστάθεια του Βυζαντίου από τα συνεχή πραξικοπήματα, αφού νωρίτερα είχαν προσκληθεί από τον Αλέξιο τον Δ΄ για βοήθεια ανακατάληψης του θρόνου.

Γρηγόρης Σκάνδαλος